αδιοργάνωτος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αδιοργάνωτος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αδιοργάνωτος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αδιοργάνωτος in singular and plural. Everything you need to know about the word αδιοργάνωτος you have here. The definition of the word αδιοργάνωτος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαδιοργάνωτος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αδιοργάνωτος (adiorgánotosm (feminine αδιοργάνωτη, neuter αδιοργάνωτο)

  1. unorganised (UK), unorganized (US)
  2. disorganised (UK), disorganized (US)

Declension

Declension of αδιοργάνωτος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αδιοργάνωτος (adiorgánotos) αδιοργάνωτη (adiorgánoti) αδιοργάνωτο (adiorgánoto) αδιοργάνωτοι (adiorgánotoi) αδιοργάνωτες (adiorgánotes) αδιοργάνωτα (adiorgánota)
genitive αδιοργάνωτου (adiorgánotou) αδιοργάνωτης (adiorgánotis) αδιοργάνωτου (adiorgánotou) αδιοργάνωτων (adiorgánoton) αδιοργάνωτων (adiorgánoton) αδιοργάνωτων (adiorgánoton)
accusative αδιοργάνωτο (adiorgánoto) αδιοργάνωτη (adiorgánoti) αδιοργάνωτο (adiorgánoto) αδιοργάνωτους (adiorgánotous) αδιοργάνωτες (adiorgánotes) αδιοργάνωτα (adiorgánota)
vocative αδιοργάνωτε (adiorgánote) αδιοργάνωτη (adiorgánoti) αδιοργάνωτο (adiorgánoto) αδιοργάνωτοι (adiorgánotoi) αδιοργάνωτες (adiorgánotes) αδιοργάνωτα (adiorgánota)