αεροδρομικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αεροδρομικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αεροδρομικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αεροδρομικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αεροδρομικός you have here. The definition of the word αεροδρομικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαεροδρομικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αεροδρομικός (aerodromikósm (feminine αεροδρομική, neuter αεροδρομικό)

  1. (aviation) airport (referring to)
    το αεροδρομικό μουσείοto aerodromikó mouseíothe airport museum

Declension

Declension of αεροδρομικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αεροδρομικός (aerodromikós) αεροδρομική (aerodromikí) αεροδρομικό (aerodromikó) αεροδρομικοί (aerodromikoí) αεροδρομικές (aerodromikés) αεροδρομικά (aerodromiká)
genitive αεροδρομικού (aerodromikoú) αεροδρομικής (aerodromikís) αεροδρομικού (aerodromikoú) αεροδρομικών (aerodromikón) αεροδρομικών (aerodromikón) αεροδρομικών (aerodromikón)
accusative αεροδρομικό (aerodromikó) αεροδρομική (aerodromikí) αεροδρομικό (aerodromikó) αεροδρομικούς (aerodromikoús) αεροδρομικές (aerodromikés) αεροδρομικά (aerodromiká)
vocative αεροδρομικέ (aerodromiké) αεροδρομική (aerodromikí) αεροδρομικό (aerodromikó) αεροδρομικοί (aerodromikoí) αεροδρομικές (aerodromikés) αεροδρομικά (aerodromiká)