αεροστατικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αεροστατικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αεροστατικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αεροστατικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αεροστατικός you have here. The definition of the word αεροστατικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαεροστατικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αεροστατικός (aerostatikósm (feminine αεροστατική, neuter αεροστατικό)

  1. relating to aerostatics

Declension

Declension of αεροστατικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αεροστατικός (aerostatikós) αεροστατική (aerostatikí) αεροστατικό (aerostatikó) αεροστατικοί (aerostatikoí) αεροστατικές (aerostatikés) αεροστατικά (aerostatiká)
genitive αεροστατικού (aerostatikoú) αεροστατικής (aerostatikís) αεροστατικού (aerostatikoú) αεροστατικών (aerostatikón) αεροστατικών (aerostatikón) αεροστατικών (aerostatikón)
accusative αεροστατικό (aerostatikó) αεροστατική (aerostatikí) αεροστατικό (aerostatikó) αεροστατικούς (aerostatikoús) αεροστατικές (aerostatikés) αεροστατικά (aerostatiká)
vocative αεροστατικέ (aerostatiké) αεροστατική (aerostatikí) αεροστατικό (aerostatikó) αεροστατικοί (aerostatikoí) αεροστατικές (aerostatikés) αεροστατικά (aerostatiká)