αλληλοεξοντωτικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αλληλοεξοντωτικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αλληλοεξοντωτικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αλληλοεξοντωτικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αλληλοεξοντωτικός you have here. The definition of the word αλληλοεξοντωτικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαλληλοεξοντωτικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Etymology

αλληλο- (allilo-, reciprocal, mutual) +‎ εξοντωτικός (exontotikós, destructive)

Adjective

αλληλοεξοντωτικός (alliloexontotikósm (feminine εξοντωτική, neuter εξοντωτικό)

  1. mutually destructive, mutually exterminating, internecine

Declension

Declension of αλληλοεξοντωτικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αλληλοεξοντωτικός (alliloexontotikós) αλληλοεξοντωτική (alliloexontotikí) αλληλοεξοντωτικό (alliloexontotikó) αλληλοεξοντωτικοί (alliloexontotikoí) αλληλοεξοντωτικές (alliloexontotikés) αλληλοεξοντωτικά (alliloexontotiká)
genitive αλληλοεξοντωτικού (alliloexontotikoú) αλληλοεξοντωτικής (alliloexontotikís) αλληλοεξοντωτικού (alliloexontotikoú) αλληλοεξοντωτικών (alliloexontotikón) αλληλοεξοντωτικών (alliloexontotikón) αλληλοεξοντωτικών (alliloexontotikón)
accusative αλληλοεξοντωτικό (alliloexontotikó) αλληλοεξοντωτική (alliloexontotikí) αλληλοεξοντωτικό (alliloexontotikó) αλληλοεξοντωτικούς (alliloexontotikoús) αλληλοεξοντωτικές (alliloexontotikés) αλληλοεξοντωτικά (alliloexontotiká)
vocative αλληλοεξοντωτικέ (alliloexontotiké) αλληλοεξοντωτική (alliloexontotikí) αλληλοεξοντωτικό (alliloexontotikó) αλληλοεξοντωτικοί (alliloexontotikoí) αλληλοεξοντωτικές (alliloexontotikés) αλληλοεξοντωτικά (alliloexontotiká)

Synonyms