αμάντριστος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αμάντριστος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αμάντριστος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αμάντριστος in singular and plural. Everything you need to know about the word αμάντριστος you have here. The definition of the word αμάντριστος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαμάντριστος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αμάντριστος (amántristosm (feminine αμάντριστη, neuter αμάντριστο)

  1. Alternative form of αμάντρωτος (amántrotos)

Declension

Declension of αμάντριστος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αμάντριστος (amántristos) αμάντριστη (amántristi) αμάντριστο (amántristo) αμάντριστοι (amántristoi) αμάντριστες (amántristes) αμάντριστα (amántrista)
genitive αμάντριστου (amántristou) αμάντριστης (amántristis) αμάντριστου (amántristou) αμάντριστων (amántriston) αμάντριστων (amántriston) αμάντριστων (amántriston)
accusative αμάντριστο (amántristo) αμάντριστη (amántristi) αμάντριστο (amántristo) αμάντριστους (amántristous) αμάντριστες (amántristes) αμάντριστα (amántrista)
vocative αμάντριστε (amántriste) αμάντριστη (amántristi) αμάντριστο (amántristo) αμάντριστοι (amántristoi) αμάντριστες (amántristes) αμάντριστα (amántrista)