αμεταχείριστος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αμεταχείριστος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αμεταχείριστος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αμεταχείριστος in singular and plural. Everything you need to know about the word αμεταχείριστος you have here. The definition of the word αμεταχείριστος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαμεταχείριστος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αμεταχείριστος (ametacheíristosm (feminine αμεταχείριστη, neuter αμεταχείριστο)

  1. unused, not used
  2. new

Declension

Declension of αμεταχείριστος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αμεταχείριστος (ametacheíristos) αμεταχείριστη (ametacheíristi) αμεταχείριστο (ametacheíristo) αμεταχείριστοι (ametacheíristoi) αμεταχείριστες (ametacheíristes) αμεταχείριστα (ametacheírista)
genitive αμεταχείριστου (ametacheíristou) αμεταχείριστης (ametacheíristis) αμεταχείριστου (ametacheíristou) αμεταχείριστων (ametacheíriston) αμεταχείριστων (ametacheíriston) αμεταχείριστων (ametacheíriston)
accusative αμεταχείριστο (ametacheíristo) αμεταχείριστη (ametacheíristi) αμεταχείριστο (ametacheíristo) αμεταχείριστους (ametacheíristous) αμεταχείριστες (ametacheíristes) αμεταχείριστα (ametacheírista)
vocative αμεταχείριστε (ametacheíriste) αμεταχείριστη (ametacheíristi) αμεταχείριστο (ametacheíristo) αμεταχείριστοι (ametacheíristoi) αμεταχείριστες (ametacheíristes) αμεταχείριστα (ametacheírista)

Synonyms