IPA(key): /a.na.ði.mi.ur.ʝiˈme.nos/ Hyphenation: α‧να‧δη‧μι‧ουρ‧γη‧μέ‧νος αναδημιουργημένος • (anadimiourgiménos) m (feminine αναδημιουργημένη, neuter αναδημιουργημένο)...
accusative masculine singular of αναδημιουργημένος (anadimiourgiménos) nominative/accusative/vocative neuter singular of αναδημιουργημένος (anadimiourgiménos)...
/anaðimiurʝiˈmenis/ Hyphenation: α‧να‧δη‧μι‧ουρ‧γη‧μέ‧νης αναδημιουργημένης • (anadimiourgiménis) genitive feminine singular of αναδημιουργημένος (anadimiourgiménos)...
Hyphenation: α‧να‧δη‧μι‧ουρ‧γη‧μέ‧να αναδημιουργημένα • (anadimiourgiména) nominative/accusative/vocative neuter plural of αναδημιουργημένος (anadimiourgiménos)...
Hyphenation: α‧να‧δη‧μι‧ουρ‧γη‧μέ‧νου αναδημιουργημένου • (anadimiourgiménou) genitive masculine/neuter singular of αναδημιουργημένος (anadimiourgiménos)...
Hyphenation: α‧να‧δη‧μι‧ουρ‧γη‧μέ‧νους αναδημιουργημένους • (anadimiourgiménous) accusative masculine plural of αναδημιουργημένος (anadimiourgiménos)...
Hyphenation: α‧να‧δη‧μι‧ουρ‧γη‧μέ‧νων αναδημιουργημένων • (anadimiourgiménon) genitive masculine/feminine/neuter plural of αναδημιουργημένος (anadimiourgiménos)...
/anaðimiurʝiˈmene/ Hyphenation: α‧να‧δη‧μι‧ουρ‧γη‧μέ‧νε αναδημιουργημένε • (anadimiourgiméne) vocative masculine singular of αναδημιουργημένος (anadimiourgiménos)...
α‧να‧δη‧μι‧ουρ‧γη‧μέ‧νες αναδημιουργημένες • (anadimiourgiménes) nominative/accusative/vocative feminine plural of αναδημιουργημένος (anadimiourgiménos)...
αναδημιουργημένοι (anadimiourgiménoi) αναδημιουργημένη • (anadimiourgiméni) nominative/accusative/vocative feminine singular of αναδημιουργημένος (anadimiourgiménos)...