ανιδιοτελής

Hello, you have come here looking for the meaning of the word ανιδιοτελής. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word ανιδιοτελής, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say ανιδιοτελής in singular and plural. Everything you need to know about the word ανιδιοτελής you have here. The definition of the word ανιδιοτελής will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofανιδιοτελής, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

ανιδιοτελής (anidiotelísm (feminine ανιδιοτελής, neuter ανιδιοτελές)

  1. unselfish, selfless
  2. disinterested, impartial

Declension

Declension of ανιδιοτελής
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative ανιδιοτελής (anidiotelís) ανιδιοτελής (anidiotelís) ανιδιοτελές (anidiotelés) ανιδιοτελείς (anidioteleís) ανιδιοτελείς (anidioteleís) ανιδιοτελή (anidiotelí)
genitive ανιδιοτελούς (anidioteloús)
ανιδιοτελή (anidiotelí)
ανιδιοτελούς (anidioteloús) ανιδιοτελούς (anidioteloús) ανιδιοτελών (anidiotelón) ανιδιοτελών (anidiotelón) ανιδιοτελών (anidiotelón)
accusative ανιδιοτελή (anidiotelí) ανιδιοτελή (anidiotelí) ανιδιοτελές (anidiotelés) ανιδιοτελείς (anidioteleís) ανιδιοτελείς (anidioteleís) ανιδιοτελή (anidiotelí)
vocative ανιδιοτελή (anidiotelí)
ανιδιοτελής (anidiotelís)
ανιδιοτελής (anidiotelís) ανιδιοτελές (anidiotelés) ανιδιοτελείς (anidioteleís) ανιδιοτελείς (anidioteleís) ανιδιοτελή (anidiotelí)