ανταρκτικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word ανταρκτικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word ανταρκτικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say ανταρκτικός in singular and plural. Everything you need to know about the word ανταρκτικός you have here. The definition of the word ανταρκτικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofανταρκτικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

ανταρκτικός (antarktikósm (feminine ανταρκτική, neuter ανταρκτικό)

  1. Antarctic

Declension

Declension of ανταρκτικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative ανταρκτικός (antarktikós) ανταρκτική (antarktikí) ανταρκτικό (antarktikó) ανταρκτικοί (antarktikoí) ανταρκτικές (antarktikés) ανταρκτικά (antarktiká)
genitive ανταρκτικού (antarktikoú) ανταρκτικής (antarktikís) ανταρκτικού (antarktikoú) ανταρκτικών (antarktikón) ανταρκτικών (antarktikón) ανταρκτικών (antarktikón)
accusative ανταρκτικό (antarktikó) ανταρκτική (antarktikí) ανταρκτικό (antarktikó) ανταρκτικούς (antarktikoús) ανταρκτικές (antarktikés) ανταρκτικά (antarktiká)
vocative ανταρκτικέ (antarktiké) ανταρκτική (antarktikí) ανταρκτικό (antarktikó) ανταρκτικοί (antarktikoí) ανταρκτικές (antarktikés) ανταρκτικά (antarktiká)