αντιθρησκευτικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αντιθρησκευτικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αντιθρησκευτικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αντιθρησκευτικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αντιθρησκευτικός you have here. The definition of the word αντιθρησκευτικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαντιθρησκευτικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αντιθρησκευτικός (antithriskeftikósm (feminine αντιθρησκευτική, neuter αντιθρησκευτικό)

  1. antireligious
    Antonym: θρησκευτικός (thriskeftikós)

Declension

Declension of αντιθρησκευτικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αντιθρησκευτικός (antithriskeftikós) αντιθρησκευτική (antithriskeftikí) αντιθρησκευτικό (antithriskeftikó) αντιθρησκευτικοί (antithriskeftikoí) αντιθρησκευτικές (antithriskeftikés) αντιθρησκευτικά (antithriskeftiká)
genitive αντιθρησκευτικού (antithriskeftikoú) αντιθρησκευτικής (antithriskeftikís) αντιθρησκευτικού (antithriskeftikoú) αντιθρησκευτικών (antithriskeftikón) αντιθρησκευτικών (antithriskeftikón) αντιθρησκευτικών (antithriskeftikón)
accusative αντιθρησκευτικό (antithriskeftikó) αντιθρησκευτική (antithriskeftikí) αντιθρησκευτικό (antithriskeftikó) αντιθρησκευτικούς (antithriskeftikoús) αντιθρησκευτικές (antithriskeftikés) αντιθρησκευτικά (antithriskeftiká)
vocative αντιθρησκευτικέ (antithriskeftiké) αντιθρησκευτική (antithriskeftikí) αντιθρησκευτικό (antithriskeftikó) αντιθρησκευτικοί (antithriskeftikoí) αντιθρησκευτικές (antithriskeftikés) αντιθρησκευτικά (antithriskeftiká)