αντικειμενοστρεφής

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αντικειμενοστρεφής. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αντικειμενοστρεφής, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αντικειμενοστρεφής in singular and plural. Everything you need to know about the word αντικειμενοστρεφής you have here. The definition of the word αντικειμενοστρεφής will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαντικειμενοστρεφής, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Etymology

From αντικείμενο (antikeímeno, object) +‎ στρέφω (stréfo, to direct).

Adjective

αντικειμενοστρεφής (antikeimenostrefísm (feminine αντικειμενοστρεφής, neuter αντικειμενοστρεφές)

  1. (computing) object-oriented

Declension

Declension of αντικειμενοστρεφής
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αντικειμενοστρεφής (antikeimenostrefís) αντικειμενοστρεφής (antikeimenostrefís) αντικειμενοστρεφές (antikeimenostrefés) αντικειμενοστρεφείς (antikeimenostrefeís) αντικειμενοστρεφείς (antikeimenostrefeís) αντικειμενοστρεφή (antikeimenostrefí)
genitive αντικειμενοστρεφούς (antikeimenostrefoús)
αντικειμενοστρεφή (antikeimenostrefí)
αντικειμενοστρεφούς (antikeimenostrefoús) αντικειμενοστρεφούς (antikeimenostrefoús) αντικειμενοστρεφών (antikeimenostrefón) αντικειμενοστρεφών (antikeimenostrefón) αντικειμενοστρεφών (antikeimenostrefón)
accusative αντικειμενοστρεφή (antikeimenostrefí) αντικειμενοστρεφή (antikeimenostrefí) αντικειμενοστρεφές (antikeimenostrefés) αντικειμενοστρεφείς (antikeimenostrefeís) αντικειμενοστρεφείς (antikeimenostrefeís) αντικειμενοστρεφή (antikeimenostrefí)
vocative αντικειμενοστρεφή (antikeimenostrefí)
αντικειμενοστρεφής (antikeimenostrefís)
αντικειμενοστρεφής (antikeimenostrefís) αντικειμενοστρεφές (antikeimenostrefés) αντικειμενοστρεφείς (antikeimenostrefeís) αντικειμενοστρεφείς (antikeimenostrefeís) αντικειμενοστρεφή (antikeimenostrefí)

Derived terms