αντικοινοβουλευτικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αντικοινοβουλευτικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αντικοινοβουλευτικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αντικοινοβουλευτικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αντικοινοβουλευτικός you have here. The definition of the word αντικοινοβουλευτικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαντικοινοβουλευτικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αντικοινοβουλευτικός (antikoinovouleftikósm (feminine αντικοινοβουλευτική, neuter αντικοινοβουλευτικό)

  1. antiparliamentary
    Antonyms: κοινοβουλευτικός (koinovouleftikós), βουλευτικός (vouleftikós)
    Coordinate term: (undemocratic) αντιδημοκρατικός (antidimokratikós)

¨

Declension

Declension of αντικοινοβουλευτικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αντικοινοβουλευτικός (antikoinovouleftikós) αντικοινοβουλευτική (antikoinovouleftikí) αντικοινοβουλευτικό (antikoinovouleftikó) αντικοινοβουλευτικοί (antikoinovouleftikoí) αντικοινοβουλευτικές (antikoinovouleftikés) αντικοινοβουλευτικά (antikoinovouleftiká)
genitive αντικοινοβουλευτικού (antikoinovouleftikoú) αντικοινοβουλευτικής (antikoinovouleftikís) αντικοινοβουλευτικού (antikoinovouleftikoú) αντικοινοβουλευτικών (antikoinovouleftikón) αντικοινοβουλευτικών (antikoinovouleftikón) αντικοινοβουλευτικών (antikoinovouleftikón)
accusative αντικοινοβουλευτικό (antikoinovouleftikó) αντικοινοβουλευτική (antikoinovouleftikí) αντικοινοβουλευτικό (antikoinovouleftikó) αντικοινοβουλευτικούς (antikoinovouleftikoús) αντικοινοβουλευτικές (antikoinovouleftikés) αντικοινοβουλευτικά (antikoinovouleftiká)
vocative αντικοινοβουλευτικέ (antikoinovouleftiké) αντικοινοβουλευτική (antikoinovouleftikí) αντικοινοβουλευτικό (antikoinovouleftikó) αντικοινοβουλευτικοί (antikoinovouleftikoí) αντικοινοβουλευτικές (antikoinovouleftikés) αντικοινοβουλευτικά (antikoinovouleftiká)