αντιπαχυντικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αντιπαχυντικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αντιπαχυντικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αντιπαχυντικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αντιπαχυντικός you have here. The definition of the word αντιπαχυντικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαντιπαχυντικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Etymology

αντι- (anti-, anti-) +‎ παχυντικός (pachyntikós, fattening), a calque of English non-fattening.

Pronunciation

  • IPA(key): /an.di.pa.çin.diˈkos/
  • Hyphenation: α‧ντι‧πα‧χυ‧ντι‧κός

Adjective

αντιπαχυντικός (antipachyntikósm (feminine αντιπαχυντική, neuter αντιπαχυντικό)

  1. literally: anti/contra-fattening; promoting weight loss, (weight) reducing, hence, non-fattening
    Antonym: παχυντικός (pachyntikós)
    αντιπαχυντικές μέθοδοιantipachyntikés méthodoimethods against fattening

Declension

Declension of αντιπαχυντικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αντιπαχυντικός (antipachyntikós) αντιπαχυντική (antipachyntikí) αντιπαχυντικό (antipachyntikó) αντιπαχυντικοί (antipachyntikoí) αντιπαχυντικές (antipachyntikés) αντιπαχυντικά (antipachyntiká)
genitive αντιπαχυντικού (antipachyntikoú) αντιπαχυντικής (antipachyntikís) αντιπαχυντικού (antipachyntikoú) αντιπαχυντικών (antipachyntikón) αντιπαχυντικών (antipachyntikón) αντιπαχυντικών (antipachyntikón)
accusative αντιπαχυντικό (antipachyntikó) αντιπαχυντική (antipachyntikí) αντιπαχυντικό (antipachyntikó) αντιπαχυντικούς (antipachyntikoús) αντιπαχυντικές (antipachyntikés) αντιπαχυντικά (antipachyntiká)
vocative αντιπαχυντικέ (antipachyntiké) αντιπαχυντική (antipachyntikí) αντιπαχυντικό (antipachyntikó) αντιπαχυντικοί (antipachyntikoí) αντιπαχυντικές (antipachyntikés) αντιπαχυντικά (antipachyntiká)

Further reading