αντιπληθωριστικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αντιπληθωριστικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αντιπληθωριστικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αντιπληθωριστικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αντιπληθωριστικός you have here. The definition of the word αντιπληθωριστικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαντιπληθωριστικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αντιπληθωριστικός (antiplithoristikósm (feminine αντιπληθωριστική, neuter αντιπληθωριστικό)

  1. (economics) deflationary
    Antonym: πληθωριστικός (plithoristikós)

Declension

Declension of αντιπληθωριστικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αντιπληθωριστικός (antiplithoristikós) αντιπληθωριστική (antiplithoristikí) αντιπληθωριστικό (antiplithoristikó) αντιπληθωριστικοί (antiplithoristikoí) αντιπληθωριστικές (antiplithoristikés) αντιπληθωριστικά (antiplithoristiká)
genitive αντιπληθωριστικού (antiplithoristikoú) αντιπληθωριστικής (antiplithoristikís) αντιπληθωριστικού (antiplithoristikoú) αντιπληθωριστικών (antiplithoristikón) αντιπληθωριστικών (antiplithoristikón) αντιπληθωριστικών (antiplithoristikón)
accusative αντιπληθωριστικό (antiplithoristikó) αντιπληθωριστική (antiplithoristikí) αντιπληθωριστικό (antiplithoristikó) αντιπληθωριστικούς (antiplithoristikoús) αντιπληθωριστικές (antiplithoristikés) αντιπληθωριστικά (antiplithoristiká)
vocative αντιπληθωριστικέ (antiplithoristiké) αντιπληθωριστική (antiplithoristikí) αντιπληθωριστικό (antiplithoristikó) αντιπληθωριστικοί (antiplithoristikoí) αντιπληθωριστικές (antiplithoristikés) αντιπληθωριστικά (antiplithoristiká)