αντιπολιτευτικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αντιπολιτευτικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αντιπολιτευτικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αντιπολιτευτικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αντιπολιτευτικός you have here. The definition of the word αντιπολιτευτικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαντιπολιτευτικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αντιπολιτευτικός (antipoliteftikósm (feminine αντιπολιτευτική, neuter αντιπολιτευτικό)

  1. (politics) in opposition (parliamentary)

Declension

Declension of αντιπολιτευτικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αντιπολιτευτικός (antipoliteftikós) αντιπολιτευτική (antipoliteftikí) αντιπολιτευτικό (antipoliteftikó) αντιπολιτευτικοί (antipoliteftikoí) αντιπολιτευτικές (antipoliteftikés) αντιπολιτευτικά (antipoliteftiká)
genitive αντιπολιτευτικού (antipoliteftikoú) αντιπολιτευτικής (antipoliteftikís) αντιπολιτευτικού (antipoliteftikoú) αντιπολιτευτικών (antipoliteftikón) αντιπολιτευτικών (antipoliteftikón) αντιπολιτευτικών (antipoliteftikón)
accusative αντιπολιτευτικό (antipoliteftikó) αντιπολιτευτική (antipoliteftikí) αντιπολιτευτικό (antipoliteftikó) αντιπολιτευτικούς (antipoliteftikoús) αντιπολιτευτικές (antipoliteftikés) αντιπολιτευτικά (antipoliteftiká)
vocative αντιπολιτευτικέ (antipoliteftiké) αντιπολιτευτική (antipoliteftikí) αντιπολιτευτικό (antipoliteftikó) αντιπολιτευτικοί (antipoliteftikoí) αντιπολιτευτικές (antipoliteftikés) αντιπολιτευτικά (antipoliteftiká)