αντιρευματικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αντιρευματικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αντιρευματικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αντιρευματικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αντιρευματικός you have here. The definition of the word αντιρευματικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαντιρευματικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Alternative forms

Etymology

αντι- (anti-) +‎ ρευματικός (revmatikós)

Adjective

αντιρευματικός (antirevmatikósm (feminine αντιρευματική, neuter αντιρευματικό)

  1. (medicine, pharmacology) antirheumatic

Declension

Declension of αντιρευματικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αντιρευματικός (antirevmatikós) αντιρευματική (antirevmatikí) αντιρευματικό (antirevmatikó) αντιρευματικοί (antirevmatikoí) αντιρευματικές (antirevmatikés) αντιρευματικά (antirevmatiká)
genitive αντιρευματικού (antirevmatikoú) αντιρευματικής (antirevmatikís) αντιρευματικού (antirevmatikoú) αντιρευματικών (antirevmatikón) αντιρευματικών (antirevmatikón) αντιρευματικών (antirevmatikón)
accusative αντιρευματικό (antirevmatikó) αντιρευματική (antirevmatikí) αντιρευματικό (antirevmatikó) αντιρευματικούς (antirevmatikoús) αντιρευματικές (antirevmatikés) αντιρευματικά (antirevmatiká)
vocative αντιρευματικέ (antirevmatiké) αντιρευματική (antirevmatikí) αντιρευματικό (antirevmatikó) αντιρευματικοί (antirevmatikoí) αντιρευματικές (antirevmatikés) αντιρευματικά (antirevmatiká)