αντισυνταγματικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αντισυνταγματικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αντισυνταγματικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αντισυνταγματικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αντισυνταγματικός you have here. The definition of the word αντισυνταγματικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαντισυνταγματικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αντισυνταγματικός (antisyntagmatikósm (feminine αντισυνταγματική, neuter αντισυνταγματικό)

  1. unconstitutional, anticonstitutional
    Antonym: συνταγματικός (syntagmatikós)

Declension

Declension of αντισυνταγματικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αντισυνταγματικός (antisyntagmatikós) αντισυνταγματική (antisyntagmatikí) αντισυνταγματικό (antisyntagmatikó) αντισυνταγματικοί (antisyntagmatikoí) αντισυνταγματικές (antisyntagmatikés) αντισυνταγματικά (antisyntagmatiká)
genitive αντισυνταγματικού (antisyntagmatikoú) αντισυνταγματικής (antisyntagmatikís) αντισυνταγματικού (antisyntagmatikoú) αντισυνταγματικών (antisyntagmatikón) αντισυνταγματικών (antisyntagmatikón) αντισυνταγματικών (antisyntagmatikón)
accusative αντισυνταγματικό (antisyntagmatikó) αντισυνταγματική (antisyntagmatikí) αντισυνταγματικό (antisyntagmatikó) αντισυνταγματικούς (antisyntagmatikoús) αντισυνταγματικές (antisyntagmatikés) αντισυνταγματικά (antisyntagmatiká)
vocative αντισυνταγματικέ (antisyntagmatiké) αντισυνταγματική (antisyntagmatikí) αντισυνταγματικό (antisyntagmatikó) αντισυνταγματικοί (antisyntagmatikoí) αντισυνταγματικές (antisyntagmatikés) αντισυνταγματικά (antisyntagmatiká)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο αντισυνταγματικός, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο αντισυνταγματικός, etc.)

Further reading