αντιφασιστικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αντιφασιστικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αντιφασιστικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αντιφασιστικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αντιφασιστικός you have here. The definition of the word αντιφασιστικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαντιφασιστικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αντιφασιστικός (antifasistikósm (feminine αντιφασιστική, neuter αντιφασιστικό)

  1. (politics) antifascist, antifascistic

Declension

Declension of αντιφασιστικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αντιφασιστικός (antifasistikós) αντιφασιστική (antifasistikí) αντιφασιστικό (antifasistikó) αντιφασιστικοί (antifasistikoí) αντιφασιστικές (antifasistikés) αντιφασιστικά (antifasistiká)
genitive αντιφασιστικού (antifasistikoú) αντιφασιστικής (antifasistikís) αντιφασιστικού (antifasistikoú) αντιφασιστικών (antifasistikón) αντιφασιστικών (antifasistikón) αντιφασιστικών (antifasistikón)
accusative αντιφασιστικό (antifasistikó) αντιφασιστική (antifasistikí) αντιφασιστικό (antifasistikó) αντιφασιστικούς (antifasistikoús) αντιφασιστικές (antifasistikés) αντιφασιστικά (antifasistiká)
vocative αντιφασιστικέ (antifasistiké) αντιφασιστική (antifasistikí) αντιφασιστικό (antifasistikó) αντιφασιστικοί (antifasistikoí) αντιφασιστικές (antifasistikés) αντιφασιστικά (antifasistiká)