απισχναντικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word απισχναντικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word απισχναντικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say απισχναντικός in singular and plural. Everything you need to know about the word απισχναντικός you have here. The definition of the word απισχναντικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαπισχναντικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Pronunciation

  • IPA(key): /a.pis.xnan.diˈkos/
  • Hyphenation: α‧πι‧σχνα‧ντι‧κός

Adjective

απισχναντικός (apischnantikósm (feminine απισχvαντική, neuter απισχvαντικό)

  1. thinning down, causing to emaciate

Declension

Declension of απισχναντικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative απισχναντικός (apischnantikós) απισχναντική (apischnantikí) απισχναντικό (apischnantikó) απισχναντικοί (apischnantikoí) απισχναντικές (apischnantikés) απισχναντικά (apischnantiká)
genitive απισχναντικού (apischnantikoú) απισχναντικής (apischnantikís) απισχναντικού (apischnantikoú) απισχναντικών (apischnantikón) απισχναντικών (apischnantikón) απισχναντικών (apischnantikón)
accusative απισχναντικό (apischnantikó) απισχναντική (apischnantikí) απισχναντικό (apischnantikó) απισχναντικούς (apischnantikoús) απισχναντικές (apischnantikés) απισχναντικά (apischnantiká)
vocative απισχναντικέ (apischnantiké) απισχναντική (apischnantikí) απισχναντικό (apischnantikó) απισχναντικοί (apischnantikoí) απισχναντικές (apischnantikés) απισχναντικά (apischnantiká)

Further reading