αποκτηνωτικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αποκτηνωτικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αποκτηνωτικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αποκτηνωτικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αποκτηνωτικός you have here. The definition of the word αποκτηνωτικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαποκτηνωτικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αποκτηνωτικός (apoktinotikósm (feminine αποκτηνωτική, neuter αποκτηνωτικό)

  1. brutalising (UK), brutalizing (US)

Declension

Declension of αποκτηνωτικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αποκτηνωτικός (apoktinotikós) αποκτηνωτική (apoktinotikí) αποκτηνωτικό (apoktinotikó) αποκτηνωτικοί (apoktinotikoí) αποκτηνωτικές (apoktinotikés) αποκτηνωτικά (apoktinotiká)
genitive αποκτηνωτικού (apoktinotikoú) αποκτηνωτικής (apoktinotikís) αποκτηνωτικού (apoktinotikoú) αποκτηνωτικών (apoktinotikón) αποκτηνωτικών (apoktinotikón) αποκτηνωτικών (apoktinotikón)
accusative αποκτηνωτικό (apoktinotikó) αποκτηνωτική (apoktinotikí) αποκτηνωτικό (apoktinotikó) αποκτηνωτικούς (apoktinotikoús) αποκτηνωτικές (apoktinotikés) αποκτηνωτικά (apoktinotiká)
vocative αποκτηνωτικέ (apoktinotiké) αποκτηνωτική (apoktinotikí) αποκτηνωτικό (apoktinotikó) αποκτηνωτικοί (apoktinotikoí) αποκτηνωτικές (apoktinotikés) αποκτηνωτικά (apoktinotiká)