αποφρακτικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αποφρακτικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αποφρακτικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αποφρακτικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αποφρακτικός you have here. The definition of the word αποφρακτικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαποφρακτικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αποφρακτικός (apofraktikósm (feminine αποφρακτική, neuter αποφρακτικό)

  1. (medicine) obstructive

Declension

Declension of αποφρακτικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αποφρακτικός (apofraktikós) αποφρακτική (apofraktikí) αποφρακτικό (apofraktikó) αποφρακτικοί (apofraktikoí) αποφρακτικές (apofraktikés) αποφρακτικά (apofraktiká)
genitive αποφρακτικού (apofraktikoú) αποφρακτικής (apofraktikís) αποφρακτικού (apofraktikoú) αποφρακτικών (apofraktikón) αποφρακτικών (apofraktikón) αποφρακτικών (apofraktikón)
accusative αποφρακτικό (apofraktikó) αποφρακτική (apofraktikí) αποφρακτικό (apofraktikó) αποφρακτικούς (apofraktikoús) αποφρακτικές (apofraktikés) αποφρακτικά (apofraktiká)
vocative αποφρακτικέ (apofraktiké) αποφρακτική (apofraktikí) αποφρακτικό (apofraktikó) αποφρακτικοί (apofraktikoí) αποφρακτικές (apofraktikés) αποφρακτικά (apofraktiká)

Derived terms