απόστρατος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word απόστρατος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word απόστρατος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say απόστρατος in singular and plural. Everything you need to know about the word απόστρατος you have here. The definition of the word απόστρατος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαπόστρατος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

απόστρατος (apóstratosm (feminine απόστρατη, neuter απόστρατο)

  1. retired, ex-service

Declension

Declension of απόστρατος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative απόστρατος (apóstratos) απόστρατη (apóstrati) απόστρατο (apóstrato) απόστρατοι (apóstratoi) απόστρατες (apóstrates) απόστρατα (apóstrata)
genitive απόστρατου (apóstratou) απόστρατης (apóstratis) απόστρατου (apóstratou) απόστρατων (apóstraton) απόστρατων (apóstraton) απόστρατων (apóstraton)
accusative απόστρατο (apóstrato) απόστρατη (apóstrati) απόστρατο (apóstrato) απόστρατους (apóstratous) απόστρατες (apóstrates) απόστρατα (apóstrata)
vocative απόστρατε (apóstrate) απόστρατη (apóstrati) απόστρατο (apóstrato) απόστρατοι (apóstratoi) απόστρατες (apóstrates) απόστρατα (apóstrata)

Noun

απόστρατος (apóstratosm or f (plural απόστρατοι)

  1. ex-service person, ex-serviceman

Declension

Declension of απόστρατος
singular plural
nominative απόστρατος (apóstratos) απόστρατοι (apóstratoi)
genitive αποστράτου (apostrátou) αποστράτων (apostráton)
accusative απόστρατο (apóstrato) αποστράτους (apostrátous)
vocative απόστρατε (apóstrate) απόστρατοι (apóstratoi)

Further reading