ασκαντάλιστος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word ασκαντάλιστος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word ασκαντάλιστος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say ασκαντάλιστος in singular and plural. Everything you need to know about the word ασκαντάλιστος you have here. The definition of the word ασκαντάλιστος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofασκαντάλιστος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

ασκαντάλιστος (askantálistosm (feminine ασκαντάλιστη, neuter ασκαντάλιστο)

  1. Alternative form of ασκανδάλιστος (askandálistos)

Declension

Declension of ασκαντάλιστος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative ασκαντάλιστος (askantálistos) ασκαντάλιστη (askantálisti) ασκαντάλιστο (askantálisto) ασκαντάλιστοι (askantálistoi) ασκαντάλιστες (askantálistes) ασκαντάλιστα (askantálista)
genitive ασκαντάλιστου (askantálistou) ασκαντάλιστης (askantálistis) ασκαντάλιστου (askantálistou) ασκαντάλιστων (askantáliston) ασκαντάλιστων (askantáliston) ασκαντάλιστων (askantáliston)
accusative ασκαντάλιστο (askantálisto) ασκαντάλιστη (askantálisti) ασκαντάλιστο (askantálisto) ασκαντάλιστους (askantálistous) ασκαντάλιστες (askantálistes) ασκαντάλιστα (askantálista)
vocative ασκαντάλιστε (askantáliste) ασκαντάλιστη (askantálisti) ασκαντάλιστο (askantálisto) ασκαντάλιστοι (askantálistoi) ασκαντάλιστες (askantálistes) ασκαντάλιστα (askantálista)