αστροναυτικός • (astronaftikós) m (feminine αστροναυτική, neuter αστροναυτικό)
singular | plural | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | ||
nominative | αστροναυτικός (astronaftikós) | αστροναυτική (astronaftikí) | αστροναυτικό (astronaftikó) | αστροναυτικοί (astronaftikoí) | αστροναυτικές (astronaftikés) | αστροναυτικά (astronaftiká) | |
genitive | αστροναυτικού (astronaftikoú) | αστροναυτικής (astronaftikís) | αστροναυτικού (astronaftikoú) | αστροναυτικών (astronaftikón) | αστροναυτικών (astronaftikón) | αστροναυτικών (astronaftikón) | |
accusative | αστροναυτικό (astronaftikó) | αστροναυτική (astronaftikí) | αστροναυτικό (astronaftikó) | αστροναυτικούς (astronaftikoús) | αστροναυτικές (astronaftikés) | αστροναυτικά (astronaftiká) | |
vocative | αστροναυτικέ (astronaftiké) | αστροναυτική (astronaftikí) | αστροναυτικό (astronaftikó) | αστροναυτικοί (astronaftikoí) | αστροναυτικές (astronaftikés) | αστροναυτικά (astronaftiká) |