ασυστηματοποίητος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word ασυστηματοποίητος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word ασυστηματοποίητος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say ασυστηματοποίητος in singular and plural. Everything you need to know about the word ασυστηματοποίητος you have here. The definition of the word ασυστηματοποίητος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofασυστηματοποίητος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

ασυστηματοποίητος (asystimatopoíitosm (feminine ασυστηματοποίητη, neuter ασυστηματοποίητο)

  1. unsystematic

Declension

Declension of ασυστηματοποίητος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative ασυστηματοποίητος (asystimatopoíitos) ασυστηματοποίητη (asystimatopoíiti) ασυστηματοποίητο (asystimatopoíito) ασυστηματοποίητοι (asystimatopoíitoi) ασυστηματοποίητες (asystimatopoíites) ασυστηματοποίητα (asystimatopoíita)
genitive ασυστηματοποίητου (asystimatopoíitou) ασυστηματοποίητης (asystimatopoíitis) ασυστηματοποίητου (asystimatopoíitou) ασυστηματοποίητων (asystimatopoíiton) ασυστηματοποίητων (asystimatopoíiton) ασυστηματοποίητων (asystimatopoíiton)
accusative ασυστηματοποίητο (asystimatopoíito) ασυστηματοποίητη (asystimatopoíiti) ασυστηματοποίητο (asystimatopoíito) ασυστηματοποίητους (asystimatopoíitous) ασυστηματοποίητες (asystimatopoíites) ασυστηματοποίητα (asystimatopoíita)
vocative ασυστηματοποίητε (asystimatopoíite) ασυστηματοποίητη (asystimatopoíiti) ασυστηματοποίητο (asystimatopoíito) ασυστηματοποίητοι (asystimatopoíitoi) ασυστηματοποίητες (asystimatopoíites) ασυστηματοποίητα (asystimatopoíita)

Further reading