γκριζομάλλης

Hello, you have come here looking for the meaning of the word γκριζομάλλης. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word γκριζομάλλης, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say γκριζομάλλης in singular and plural. Everything you need to know about the word γκριζομάλλης you have here. The definition of the word γκριζομάλλης will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofγκριζομάλλης, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Etymology

γκριζο- (gkrizo-) +‎ -μάλλης (-mállis)

Adjective

γκριζομάλλης (gkrizomállism (feminine γκριζομάλλα or γκριζομαλλούσα, neuter γκριζομάλλικο)

  1. grey-haired (UK), gray-haired (US)

Declension

Declension of γκριζομάλλης
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative γκριζομάλλης (gkrizomállis) γκριζομάλλα (gkrizomálla)
γκριζομαλλούσα (gkrizomalloúsa)
γκριζομάλλικο (gkrizomálliko) γκριζομάλληδες (gkrizomállides) γκριζομάλλες (gkrizomálles)
γκριζομαλλούσες (gkrizomalloúses)
γκριζομάλλικα (gkrizomállika)
genitive γκριζομάλλη (gkrizomálli) γκριζομάλλας (gkrizomállas)
γκριζομαλλούσας (gkrizomalloúsas)
γκριζομάλλικου (gkrizomállikou) γκριζομάλληδων (gkrizomállidon) γκριζομάλλικων (gkrizomállikon)
accusative γκριζομάλλη (gkrizomálli) γκριζομάλλα (gkrizomálla)
γκριζομαλλούσα (gkrizomalloúsa)
γκριζομάλλικο (gkrizomálliko) γκριζομάλληδες (gkrizomállides) γκριζομάλλες (gkrizomálles)
γκριζομαλλούσες (gkrizomalloúses)
γκριζομάλλικα (gkrizomállika)
vocative γκριζομάλλη (gkrizomálli) γκριζομάλλα (gkrizomálla)
γκριζομαλλούσα (gkrizomalloúsa)
γκριζομάλλικο (gkrizomálliko) γκριζομάλληδες (gkrizomállides) γκριζομάλλες (gkrizomálles)
γκριζομαλλούσες (gkrizomalloúses)
γκριζομάλλικα (gkrizomállika)