ερμαφρόδιτος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word ερμαφρόδιτος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word ερμαφρόδιτος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say ερμαφρόδιτος in singular and plural. Everything you need to know about the word ερμαφρόδιτος you have here. The definition of the word ερμαφρόδιτος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofερμαφρόδιτος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

ερμαφρόδιτος (ermafróditosm (feminine ερμαφρόδιτη, neuter ερμαφρόδιτο)

  1. hermaphrodite
    Synonym: αρσενικοθήλυκος (arsenikothílykos)
  2. androgenous

Declension

Declension of ερμαφρόδιτος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative ερμαφρόδιτος (ermafróditos) ερμαφρόδιτη (ermafróditi) ερμαφρόδιτο (ermafródito) ερμαφρόδιτοι (ermafróditoi) ερμαφρόδιτες (ermafródites) ερμαφρόδιτα (ermafródita)
genitive ερμαφρόδιτου (ermafróditou) ερμαφρόδιτης (ermafróditis) ερμαφρόδιτου (ermafróditou) ερμαφρόδιτων (ermafróditon) ερμαφρόδιτων (ermafróditon) ερμαφρόδιτων (ermafróditon)
accusative ερμαφρόδιτο (ermafródito) ερμαφρόδιτη (ermafróditi) ερμαφρόδιτο (ermafródito) ερμαφρόδιτους (ermafróditous) ερμαφρόδιτες (ermafródites) ερμαφρόδιτα (ermafródita)
vocative ερμαφρόδιτε (ermafródite) ερμαφρόδιτη (ermafróditi) ερμαφρόδιτο (ermafródito) ερμαφρόδιτοι (ermafróditoi) ερμαφρόδιτες (ermafródites) ερμαφρόδιτα (ermafródita)

Coordinate terms

Further reading