ζημιογόνος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word ζημιογόνος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word ζημιογόνος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say ζημιογόνος in singular and plural. Everything you need to know about the word ζημιογόνος you have here. The definition of the word ζημιογόνος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofζημιογόνος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Etymology

Learnedly from ζημί(α) (zimí(a)) +‎ -ο- (-o-) +‎ -γόνος (-gónos).[1]

Pronunciation

  • IPA(key): /zi.mi.oˈɣo.nos/
  • Hyphenation: ζη‧μι‧ο‧γό‧νος

Adjective

ζημιογόνος (zimiogónosm (feminine ζημιογόνος or ζημιογόνα, neuter ζημιογόνο)

  1. damaging, harmful, injurious, prejudicial
    Synonyms: επιζήμιος (epizímios), βλαβερός (vlaverós), επιβλαβής (epivlavís)
  2. loss-making

Declension

Declension of ζημιογόνος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative ζημιογόνος (zimiogónos) ζημιογόνος (zimiogónos)
ζημιογόνα (zimiogóna)
ζημιογόνο (zimiogóno) ζημιογόνοι (zimiogónoi) ζημιογόνοι (zimiogónoi)
ζημιογόνες (zimiogónes)
ζημιογόνα (zimiogóna)
genitive ζημιογόνου (zimiogónou) ζημιογόνου (zimiogónou)
ζημιογόνας (zimiogónas)
ζημιογόνου (zimiogónou) ζημιογόνων (zimiogónon) ζημιογόνων (zimiogónon) ζημιογόνων (zimiogónon)
accusative ζημιογόνο (zimiogóno) ζημιογόνο (zimiogóno)
ζημιογόνα (zimiogóna)
ζημιογόνο (zimiogóno) ζημιογόνους (zimiogónous) ζημιογόνους (zimiogónous)
ζημιογόνες (zimiogónes)
ζημιογόνα (zimiogóna)
vocative ζημιογόνε (zimiogóne) ζημιογόνε (zimiogóne)
ζημιογόνα (zimiogóna)
ζημιογόνο (zimiogóno) ζημιογόνοι (zimiogónoi) ζημιογόνοι (zimiogónoi)
ζημιογόνες (zimiogónes)
ζημιογόνα (zimiogóna)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο ζημιογόνος, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο ζημιογόνος, etc.)

References

  1. ^ ζημιογόνος, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής , Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language