καθημερινός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word καθημερινός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word καθημερινός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say καθημερινός in singular and plural. Everything you need to know about the word καθημερινός you have here. The definition of the word καθημερινός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofκαθημερινός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Etymology

From Koine Greek καθημερινός (kathēmerinós), from καθ' ἡμέραν (kath' hēméran), from κατά (katá) +‎ ἡμέρα (hēméra).

Adjective

καθημερινός (kathimerinósm (feminine καθημερινή, neuter καθημερινό)

  1. daily, every day
  2. everyday, ordinary, workaday, commonplace
  3. working day

Declension

Declension of καθημερινός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative καθημερινός (kathimerinós) καθημερινή (kathimeriní) καθημερινό (kathimerinó) καθημερινοί (kathimerinoí) καθημερινές (kathimerinés) καθημερινά (kathimeriná)
genitive καθημερινού (kathimerinoú) καθημερινής (kathimerinís) καθημερινού (kathimerinoú) καθημερινών (kathimerinón) καθημερινών (kathimerinón) καθημερινών (kathimerinón)
accusative καθημερινό (kathimerinó) καθημερινή (kathimeriní) καθημερινό (kathimerinó) καθημερινούς (kathimerinoús) καθημερινές (kathimerinés) καθημερινά (kathimeriná)
vocative καθημερινέ (kathimeriné) καθημερινή (kathimeriní) καθημερινό (kathimerinó) καθημερινοί (kathimerinoí) καθημερινές (kathimerinés) καθημερινά (kathimeriná)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο καθημερινός, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο καθημερινός, etc.)

Synonyms

Coordinate terms

Derived terms

Further reading

Η Καθημερινή on Wikipedia.Wikipedia (a daily paper)