μακαρονοειδής

Hello, you have come here looking for the meaning of the word μακαρονοειδής. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word μακαρονοειδής, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say μακαρονοειδής in singular and plural. Everything you need to know about the word μακαρονοειδής you have here. The definition of the word μακαρονοειδής will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofμακαρονοειδής, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

μακαρονοειδής (makaronoeidísm (feminine μακαρονοειδής, neuter μακαρονοειδές)

  1. macaronic, sesquipedalian

Declension

Declension of μακαρονοειδής
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative μακαρονοειδής (makaronoeidís) μακαρονοειδής (makaronoeidís) μακαρονοειδές (makaronoeidés) μακαρονοειδείς (makaronoeideís) μακαρονοειδείς (makaronoeideís) μακαρονοειδή (makaronoeidí)
genitive μακαρονοειδούς (makaronoeidoús)
μακαρονοειδή (makaronoeidí)
μακαρονοειδούς (makaronoeidoús) μακαρονοειδούς (makaronoeidoús) μακαρονοειδών (makaronoeidón) μακαρονοειδών (makaronoeidón) μακαρονοειδών (makaronoeidón)
accusative μακαρονοειδή (makaronoeidí) μακαρονοειδή (makaronoeidí) μακαρονοειδές (makaronoeidés) μακαρονοειδείς (makaronoeideís) μακαρονοειδείς (makaronoeideís) μακαρονοειδή (makaronoeidí)
vocative μακαρονοειδή (makaronoeidí)
μακαρονοειδής (makaronoeidís)
μακαρονοειδής (makaronoeidís) μακαρονοειδές (makaronoeidés) μακαρονοειδείς (makaronoeideís) μακαρονοειδείς (makaronoeideís) μακαρονοειδή (makaronoeidí)