Byzantine Greek μεταξύ (metaxú), from Ancient Greek μεταξύ (metaxú). μεταξύ • (metaxý) between, amongst, amid (place) between, meanwhile (time) μεταξύ • (metaxý)...
(entometaxý) From Ancient Greek ἐν τῷ μεταξύ (en tôi metaxú). εν τω μεταξύ • (en to metaxý) meanwhile, in the meantime μεταξύ (metaxý, “between, among”, adverb)...
See also: εν τω μεταξύ εν τω μεταξύ (en to metaxý) εντωμεταξύ • (entometaxý) meanwhile, in the meantime μεταξύ (metaxý) (adverb between, among)...
English Wikipedia has an article on: metaxy Wikipedia metaxu Ancient Greek μεταξύ (metaxú) metaxy (uncountable) (philosophy) middle ground...
(plural αναταραχές) unrest, disturbance Οι απολύσεις προκάλεσαν αναταραχή μεταξύ των εργατών. Oi apolýseis prokálesan anatarachí metaxý ton ergatón. The...
(medicine) malleus (ear component) σφυροβολία f (sfyrovolía, “hammer throw”) μεταξύ σφύρας και άκμονος f (metaxý sfýras kai ákmonos, “between the anvil and...
(ftochoí) m pl the poor Υπάρχει την μεγάλη διαφορά του προσδόκιμου ζωής μεταξύ των πλούσιων και των φτωχών. Ypárchei tin megáli diaforá tou prosdókimou...
(as a plural noun) the poor Υπάρχει μεγάλη διαφορά στο προσδόκιμο ζωής μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Ypárchei megáli diaforá sto prosdókimo zoḯs metaxý...
ypárchei tóra éna chásma. There is now a gap between the two old friends. μεταξύ (metaxý) αναμεσίς (anamesís) ανάμεσος (anámesos, adjective) ^ ανάμεσα, in Λεξικό...