περιβαλλοντικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word περιβαλλοντικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word περιβαλλοντικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say περιβαλλοντικός in singular and plural. Everything you need to know about the word περιβαλλοντικός you have here. The definition of the word περιβαλλοντικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofπεριβαλλοντικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

περιβαλλοντικός (perivallontikósm (feminine περιβαλλοντική, neuter περιβαλλοντικό)

  1. environmental (pertaining to one's environment)

Declension

Declension of περιβαλλοντικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative περιβαλλοντικός (perivallontikós) περιβαλλοντική (perivallontikí) περιβαλλοντικό (perivallontikó) περιβαλλοντικοί (perivallontikoí) περιβαλλοντικές (perivallontikés) περιβαλλοντικά (perivallontiká)
genitive περιβαλλοντικού (perivallontikoú) περιβαλλοντικής (perivallontikís) περιβαλλοντικού (perivallontikoú) περιβαλλοντικών (perivallontikón) περιβαλλοντικών (perivallontikón) περιβαλλοντικών (perivallontikón)
accusative περιβαλλοντικό (perivallontikó) περιβαλλοντική (perivallontikí) περιβαλλοντικό (perivallontikó) περιβαλλοντικούς (perivallontikoús) περιβαλλοντικές (perivallontikés) περιβαλλοντικά (perivallontiká)
vocative περιβαλλοντικέ (perivallontiké) περιβαλλοντική (perivallontikí) περιβαλλοντικό (perivallontikó) περιβαλλοντικοί (perivallontikoí) περιβαλλοντικές (perivallontikés) περιβαλλοντικά (perivallontiká)