σπανιόλικος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word σπανιόλικος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word σπανιόλικος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say σπανιόλικος in singular and plural. Everything you need to know about the word σπανιόλικος you have here. The definition of the word σπανιόλικος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofσπανιόλικος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

σπανιόλικος (spaniólikosm (feminine σπανιόλικη, neuter σπανιόλικο)

  1. (colloquial) Alternative form of ισπανικός (ispanikós)

Declension

Declension of σπανιόλικος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative σπανιόλικος (spaniólikos) σπανιόλικη (spanióliki) σπανιόλικο (spanióliko) σπανιόλικοι (spaniólikoi) σπανιόλικες (spaniólikes) σπανιόλικα (spaniólika)
genitive σπανιόλικου (spaniólikou) σπανιόλικης (spaniólikis) σπανιόλικου (spaniólikou) σπανιόλικων (spaniólikon) σπανιόλικων (spaniólikon) σπανιόλικων (spaniólikon)
accusative σπανιόλικο (spanióliko) σπανιόλικη (spanióliki) σπανιόλικο (spanióliko) σπανιόλικους (spaniólikous) σπανιόλικες (spaniólikes) σπανιόλικα (spaniólika)
vocative σπανιόλικε (spaniólike) σπανιόλικη (spanióliki) σπανιόλικο (spanióliko) σπανιόλικοι (spaniólikoi) σπανιόλικες (spaniólikes) σπανιόλικα (spaniólika)