συμφωνημένος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word συμφωνημένος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word συμφωνημένος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say συμφωνημένος in singular and plural. Everything you need to know about the word συμφωνημένος you have here. The definition of the word συμφωνημένος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofσυμφωνημένος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Etymology

Perfect participle of συμφωνούμαι (symfonoúmai), passive voice of συμφωνώ (agree).

Pronunciation

  • IPA(key): /siɱ.fo.niˈme.nos/
  • Hyphenation: συμ‧φω‧νη‧μέ‧νος

Participle

συμφωνημένος (symfoniménosm (feminine συμφωνημένη, neuter συμφωνημένο)

  1. agreed upon

Declension

singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative συμφωνημένος (symfoniménos) συμφωνημένη (symfoniméni) συμφωνημένο (symfoniméno) συμφωνημένοι (symfoniménoi) συμφωνημένες (symfoniménes) συμφωνημένα (symfoniména)
genitive συμφωνημένου (symfoniménou) συμφωνημένης (symfoniménis) συμφωνημένου (symfoniménou) συμφωνημένων (symfoniménon) συμφωνημένων (symfoniménon) συμφωνημένων (symfoniménon)
accusative συμφωνημένο (symfoniméno) συμφωνημένη (symfoniméni) συμφωνημένο (symfoniméno) συμφωνημένους (symfoniménous) συμφωνημένες (symfoniménes) συμφωνημένα (symfoniména)
vocative συμφωνημένε (symfoniméne) συμφωνημένη (symfoniméni) συμφωνημένο (symfoniméno) συμφωνημένοι (symfoniménoi) συμφωνημένες (symfoniménes) συμφωνημένα (symfoniména)