Hello, you have come here looking for the meaning of the word
User:Jberkel/lists/wanted/20191020/el/data. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word
User:Jberkel/lists/wanted/20191020/el/data, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say
User:Jberkel/lists/wanted/20191020/el/data in singular and plural. Everything you need to know about the word
User:Jberkel/lists/wanted/20191020/el/data you have here. The definition of the word
User:Jberkel/lists/wanted/20191020/el/data will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition of
User:Jberkel/lists/wanted/20191020/el/data, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.
el -ος Ροβέρτος άκαμπτος άκαρπος ανεπίγραφος διάτανος μπάτσος ολόφωτος
el ανδρικό μόριο καυλί μαλαπέρδα πέος πουλί πούτσος τσουτσούνι ψωλή
el απεχθής heinous invidious nasty αηδής αηδιαστικός απέχθεια απεχθάνομαι
el αποκοπή apocope cut severance truncation αποκόπτω κοπή ἀποκοπή
el δυσνόητος abstract abstruse tricky ακατάληπτος ακαταλαβίστικος ακατανόητος δύσκολος
el κάτουρο pee piss κατουρλιό κατουρώ πιπί τσίσα τσίσια
el καθορίζω determine name order set stipulate ορίζω όρος
el περικοπή citation passage pericope quote truncation κοπή περικόπτω
el πλέγμα fabric grill net network tissue wattle web
el σαστίζω astound baffle bewilder confuse flabbergast nonplus perplex
el σύνοψη abbreviation abstract compendium resume summary synopsis περίληψη
el φοβητσιάρης coward shy wimp yellow φόβος χέστης χεζάς
el ψωμάς αρτοποιός αρτοπώλης αρτοπώλισσα φουρνάρισσα φούρναρης ψωμάδικο ψωμί
el έξοχος eminent excellent wonderful worthy εξόχως υπέροχος
el ανίκανος feckless inept αναρμόδιος ανεπαρκής επαρκής ικανός
el αφορισμός aphorism excommunication ανάθεμα αφορίζω όρος ἀφορισμός
el ζωο- ζωή ζωντόβολο ζωώδης ζώδιο ζώο πειραματόζωο
el θεωρητικός abstract theoretical theoretician ακαδημαϊκός θεωρία θεωρώ
el κακία evil malice αρετή αφορμή γινάτι κακός
el καταραμένος accursed cursed damned γαμημένος κατάρα μαλακισμένος
el ουρλιάζω howl scream yell γκρινιάζω κραυγάζω ωρύομαι
el συντριβή destruction devastation distress grief συντρίβω τρίβω
el τηλεθεαματικότητα viewership ακροαματικότητα αναγνωσιμότητα θεαματικότητα τηλε- τηλεθέαση
el τρομοκρατώ terrify terrorise terrorize τρομοκράτης τρομοκρατία τρόμος
el υβριστικός derogatory βρίζω βρισίδι βρισιά ύβρις ὑβριστικός
el φανταστικά απαίσια γαμάτα εκπληκτικά τέλεια υπέροχα υπερόχως
el χάραμα ανατολή αυγή ξημέρωμα σούρουπο χαράζει χαράζω
el ωφέλεια benefit κέρδος ωφελούμαι ωφελώ όφελος ὠφέλεια
el Σαλονίκη Selanik Sãrunã Thessaloniki Θεσσαλονίκη سالونيك
el άτονος flat languorous listless tepid νεκρός
el άυλος disembodied ghostly incorporeal intangible ύλη
el άφθονος affluent fat lavish λίγος λιγοστός
el έτσι κι αλλιώς anyway one way or another έτσι ούτως ή άλλως όπως και να έχει
el απεσταλμένος delegate emissary legate αποστέλλω στέλλω
el αποδέκτης addressee receiver receptacle recipient αποδοχή
el αποκηρύσσω abandon disown forsake recant repudiate
el απόγειο acme apex apogee zenith αθέρας
el απόσταγμα abstract distillation αποστάζω στάζω σταγόνα
el αψύς acrid pungent sharp spicy tangy
el βλάβη breakdown harm αβλαβής βλάπτω επιβλαβής
el βλαβερός άκακος αβλαβής ακίνδυνος βλάπτω επιβλαβής
el γυαλίζω polish sheen αγυάλιστος γυαλί γυαλιστερός
el δερβίσης Dervish dervish derviş dlgwš درویش
el διαγράφω black out cancel delete strike uninstall
el διαυγής clear translucent αθόλωτος διαφανής διαύγεια
el διοίκηση command management regime διοίκησις μάνατζμεντ
el εκπλήσσω amaze astonish surprise έκπληξη αιφνιδιάζω
el εκπληκτικός amazing surprising wonderful γαμάτος υπέροχος
el ενεργούμενο energumen instrument pawn tool ενεργούμενος
el εξαντλώ consume wear out ξεκωλιάζω ξεκωλώνω στραγγίζω
el επανάληψη epanalepsis repetition ανεπανάληπτος επαναλαμβάνω επανειλημμένος
el επιζήμιος baneful inimical άκακος αβλαβής ακίνδυνος
el ερημίτης hermit loner recluse έρημος πάγουρος
el εύγε hurrah way to go well done αίσχος ντροπή
el εύθυμος gay Ευθυμία άκεφος ευθυμία κεφάτος
el ζευγάρωμα coupling mating sexual intercourse ζευγάρι συνουσία
el θα ήθελα Appendix:Greek phrasebook/Accommodation Appendix:Greek phrasebook/Shopping would like ήθελα θέλω
el θανατηφόρος -φόρος baneful killer lethal pernicious
el θλιβερός bleak pathetic θλίβω θλίψη θλιμμένος
el ιδιότροπος fussy wayward ανάποδος δύσκολος παράξενος
el ισχυρογνωμοσύνη obduracy obstinacy stubbornness γινάτι πείσμα
el καίτοι albeit but though while αν και
el κακομαθημένος spoiled spoilt καλομαθημένος μαθαίνω μαθημένος
el κακομοίρης poor καημένος καλομοίρης μοίρα ταλαίπωρος
el καλομαθαίνω coddle indulge pamper spoil μαθαίνω
el κατάπληξη amazement astonishment awe disbelief καταπληκτικός
el καταγωγή ancestry background birth line origin
el καταδέχομαι condescend deign ακατάδεχτος ακαταδεξία δέχομαι
el καταπλήσσω amaze astound awe flabbergast καταπληκτικός
el κερασός cereja kirse kirsikka kirsuber sareza
el κλέπτω κρύβω κόβω ράβω σκάβω στρίβω
el κοσμικός cosmic mundane secular worldly κόσμος
el κύων Reconstruction:Proto-Indo-European/ḱwṓ Μέγας Κύων Μικρός Κύων κυνηγός σκύλος
el λαχταρώ ache for hunger itch long yearn
el λογοδιάρροια logorrhea verbal diarrhea διάρροια διαρρέω λόγος
el μειωτικός derogatory diminutive disparaging meiotic pejorative
el μελαγχολία gloom melancholy melancolie milanculii მელანქოლია
el μεταμορφώνω transform turn into μεταμορφόω μεταμόρφωση μορφή
el μηνάω αμήνυτος διαμηνύω μήνυμα μηνύω προμηνύω
el ξεχείλισμα outpouring overflow ξεχειλίζω υπερχείλιση χείλος
el παράκαμψη bypass detour diversion shortcut παρακάμπτω
el παρωνύμιο cognomen επωνυμία παρατσούκλι πατρωνυμικός όνομα
el πληγή pest plague sore wound πλήττω
el ποθώ desire hunger love lust θέλω
el πρόνοια foresight pronoia providence welfare προσοχή
el πρόστυχος ignoble lewd nasty vile vulgar
el πυγή έδρα κωλοτρυπίδα κώλος πηγή πρωκτός
el ρύθμιση adjustment disposition mode regulation έλεγχος
el σαφής definite explicit perspicuous unambiguous unequivocal
el σαχλός corny insipid schmaltzy silly soppy
el σελήνη Moon moon/translations new moon Σελήνη φεγγάρι
el στύλος pillar post shaft stanchion style
el συνεπώς consequently άρα επομένως συνεπής ώστε
el συνουσιάζομαι have sex sex γαμώ κοιμάμαι πηδάω
el συντηρητικός conservative preservative right ακροδεξιός συντηρώ
el συνωμοτώ collude connive conspire scheme συνωμοσία
el σόφισμα sophism sophistry σοφία σοφός σόφισμα
el σύγχυση bewilderment clutter confusion obfuscation perplexity
el τέχνασμα device subterfuge wile απάτη κομπίνα
el τιποτένιος nobody paltry trivial worthless τίποτε
el τρομακτικός dreadful fearful frightening τρομερός τρόμος
el υποδεικνύω finger recommend δείχνω δεικνύω υπόδειξη
el υποστηρίζω bolster countenance second αλληλοϋποστηρίζομαι είμαι
el φανατικός bigoted fanatic fanatical idolatrous rabid
el φθορά attrition corrosion dilapidation fatigue φθορά
el φλαμούρι ash basswood flamma linden فلامور
el φοβισμένος fearful scared έντρομος τρομαγμένος φόβος
el φρικτός awful gruesome terrible απαίσιος υπέροχος
el φυσίγγιο cartridge shell σφαίρα فشك فشنگ
el χαραυγή ανατολή αυγή σούρουπο χαράζει χαράζω
el χυδαίος vile vulgar vulgarian αγενής χυδαῖος
el -αρος -άκι -άρα -άρας -αράς
el -ι γκεσέμι κεσέμι λιμάνι ρεζίλι
el -ικός -ish γεωγραφικός ιταλικός πουλερικό
el -ς -άρας κετσές μπαμπάς σοφάς
el Θεέ μου by God oh dear oh my God Θεός
el Ιερεμίας Jeremiah ירמיה Ἰερεμίας Ἱερεμίας
el Κούλα Άγγελος Βάσω Βίκυ Βασιλική
el Μέλισσα Melis Melisa Melissa Μέλισσα
el άνοστος bland insipid άγλυκος νόστιμος
el άφυλος aracial asexual neuter neutral
el έλασμα foil lamina plate ἔλασμα
el έμπειρος experienced expert sophisticated ἔμπειρος
el έμπνευση afflatus inspiration εμπνέω εμπνευσμένος
el έφοδος attack dash raid storm
el ήπιος bland mild smooth ἤπιος
el ίδρυση establishment foundation ιδρύω καθιδρύω
el αντίπαλος adversary contender contestant opponent
el απίστευτος amazing incredible incredulous πιστεύω
el απευχή απεύχομαι ευχή εύχομαι προσευχή
el αποδεκτός acceptable ανορθόδοξος αποδοχή παραδεκτός
el αποπομπή ouster αποπέμπω εκπαραθύρωση πομπή
el αποσάθρωση corrosion degradation αποσαθρώνομαι αποσαθρώνω
el αποτροπή deterrence prevention αποτρέπω ἀποτροπή
el αποχαιρετισμός adieu farewell goodbye υποδοχή
el απόθεμα fund hoard stock store
el απόκρουση answer save αποκρουστικός αποκρούω
el απόκρυφος arcane esoteric αποκρύπτω κρύβω
el απόκρυψη dissimulation secretion αποκρύπτω κρύβω
el αρμός arm/translations joint union ἁρμός
el ασαφής abstruse fuzzy intangible vague
el αταίριαστος incongruous ασυμβίβαστος ταίρι ταιριάζω
el αφηγούμαι rehearse αφήγηση αφηγήτρια αφηγητής
el αφρίζω effervesce fizz foam froth
el γενεαλογία ancestry lineage γένος γενεαλογία
el γενναιότητα courage fortitude θάρρος κουράγιο
el γεωγραφικό μήκος longitude γεωγραφικό γεωγραφικός μήκος
el γεωγραφικό πλάτος latitude γεωγραφικό γεωγραφικός πλάτος
el γηρατειά age old age γεράματα νιάτα
el γνήσιος genuine legitimate ακίβδηλος αυθεντικός
el γοητευμένος charmed αγοήτευτος γοητεία γοητεύω
el γυάλα jar γυαλί δοχείο θερμοκοιτίδα
el δαγκάνα Appendix:Greek vocabulary/Motoring mandible δαγκάνω δαγκώνω
el δειλός coward cowardly yellow θαρραλέος
el δεξιόστροφος clockwise dextrorotatory αριστερόστροφος στρέφω
el διάκος dijak diák đak ђак
el διάσκεψη seminar διασκέπτομαι συνδιασκέπτομαι συνεννόηση
el διάφραγμα septum shutter φράζω диафрагма
el διαβιβάζω shuttle διαβάζω διαμηνύω παραγγέλλω
el διαβολάκι imp pickle urchin διάβολος
el διακεκομμένος discontinuous intermittent διακόπτω κόβω
el διασκευή cover version remix revision διασκευάζω
el διαστρέφω belie distort garble στρέφω
el διαχείριση administration management διαχειρίζομαι μάνατζμεντ
el διεισδύω infiltrate percolate pierce δύω
el διερμηνεύω interpret διερμηνέας διερμηνευτής διερμηνεύτρια
el διευκολύνω ease expedite facilitate εύκολος
el διορθώνω correct fix retrieve διόρθωση
el δισταγμός hesitation indecision αναποφασιστικότητα διστακτικός
el εγκύκλιος circular circular letter flyer ἐγκύκλιος
el εισαγωγικός introductory εισάγω εισαγωγή εισαγωγικά
el εκκαθάριση liquidation purge settlement ανεκκαθάριστος
el εκλεκτός elect fine prime the one
el εκπυρσοκροτώ discharge go off κροτώ κρότος
el ελεεινός deplorable disgraceful forlorn wretched
el εμπρόσθιος Appendix:Greek vocabulary/Motoring forward front εμπρός
el εντυπωσιάζω impress strike εντυπωσιακός εντύπωση
el εξοργίζω exasperate infuriate provoke θυμώνω
el επανδρώνω crew man staff παντρεύω
el επενδύω δύω επένδυση επενδυτής επενδύτης
el επιδεικνύω exhibit δείχνω δεικνύω επίδειξη
el επιδεξιότητα ability adroitness dexterity skill
el επιμελής assiduous careful meticulous mindful
el επιούσιος daily bread living ουσία ἐπιούσιος
el επιστασία supervision επιβλέπω επιστάτης επιστάτρια
el επιτομή abstract compendium digest epitome
el ερωτευμένος amorous in love ερωτεύομαι μπούνια
el ευνουχίζω castrate neuter ευνουχισμός στειρώνω
el ευωχία banquet feast glee wassail
el εχεμύθεια discretion reticence secrecy taciturnity
el εύκαμπτος flexible pliable resilient κάμπτω
el ζηλεμένος αξιοζήλευτος ζήλος ζηλευτός ζηλεύω
el ζημία damage injury κέρδος όφελος
el ζωντάνια liveliness vitality ζωή ζωντανός
el ζωντανό ζωή ζωντανός ζωντόβολο ζώο
el θαλασσοπούλι seabird γλαροπούλι θάλασσα πουλί
el θαλασσόλυκος salt/translations seadog θάλασσα λύκος
el ιμάντας band belt strap ἱμάς
el ιπποδρόμιο hippodrome racecourse racetrack turf
el κάλυμμα hood jacket sleeve καλύπτω
el κάνναβη cannabis cãnavi hemp κάνναβις
el κάφρος kaffir philistine κόπανος كافر
el καθυστερημένος moron retard slow βλαμμένος
el κακομαθαίνω indulge pamper spoil μαθαίνω
el κακόκεφος άκεφος κέφι κακοκεφιά κεφάτος
el κατάρρευση breakdown collapse καταρρέω χείλος
el κατέχω master έχω απαγάγω ξέρω
el κατεβάζω download lower ανεβάζω βάζω
el κατορθώνω achieve attain manage succeed
el καυστικός acid caustic mordant pungent
el κοινοποίηση carbon notice έκδοση αναδημοσίευση
el κοινότοπος hackneyed mundane prosaic trite
el κουρσεύω pillage pirate plunder sack
el κουτάκι box δοχείο κιβώτιο κουτί
el κριτής critic judge referee κριτής
el κρυπτο- Appendix:Greek prefixes crypto- κρυπτός κρύπτω
el κωδικοποίηση codification encoding κωδικοποιώ χαρακτήρας
el κόψιμο cut cutting διάρροια κόβω
el κώνος Zirbeldrüse cone κῶνος χωνί
el λαβίδα forceps tweezers μασιά τσιμπίδα
el λαμπρότητα glory sheen splendor λάμπω
el λανθασμένος wrong λάθος λανθασμένα λανθασμένως
el λαχτάρα craving hunger itch επιθυμία
el λεγόμενος so-called άπαξ λεγόμενον δήθεν λέω
el λεηλατώ loot pillage plunder sack
el λευκαίνω bleach whiten λευκαντικό λευκός
el μήνυση lawsuit αμήνυτος μήνυμα μηνύω
el μαινόμενος furious livid rabid μανία
el μαστιγώνω flog whip μαστίγιο μαστίζω
el μεμψιμοιρώ cavil γκρινιάζω κλαίω μέμφομαι
el μεσο- Appendix:Greek prefixes meso- μέσα μέσο
el μεσολαβώ intercede intermediate intervene mediate
el μετανιωμένος regretful repentant αμεταμέλητος αμετανόητος
el μετατροπή μεταγραμματισμός μεταγραφή μετατρέπω μετατροπέας
el μοίρασμα διανομή μοιράζω μοιρασμένος παράδοση
el μοιρασιά distribution μοιράζω μοιρασμένα μοιρασμένος
el μοιχεύω απατώ βάζω κέρατα κερατώνω φοράω κέρατα
el μπροστινός forward front διπλανός μπροστά
el μυρώνω anoint mirosi njurzescu μυρωμένος
el νήπιο baby infant toddler μωρό
el ναζιάρικα νάζι ναζιάρα ναζιάρης ναζού
el ναζιάρικος νάζι ναζιάρα ναζιάρης ναζού
el νεκροψία autopsy necropsy post mortem νεκροτομή
el νοσηρός morbidity sick unhealthy φαντασία
el νταηλίκι bravado bullying μαγκιά τσαμπουκάς
el ξαφνιάζω startle surprise take aback αιφνιδιάζω
el ξεδιαλύνω riddle διαλύω λύνω ξελύνω
el ξεμπλέκω disentangle tease ξεμπερδεύω πλέκω
el ξεπερασμένος obsolete outdated rusty αραχνιασμένος
el ονειροπόλος daydreamer dreamer αιθεροβάτης όνειρο
el οπλισμός armor armour key signature weaponry
el ουράνωση palatalization ουρανικοποίηση ουρανικός υπερωικοποίηση
el παλιόπαιδο brat urchin κωλόπαιδο σκατόπαιδο
el παράλυση palsy paralysis παράλυσις παραλύω
el παραμάνα nurse safety pin wet nurse βαβά
el παρανόμι cognomen handle επωνυμία παρατσούκλι
el παρατήρηση comment note notice rebuke
el παύση hiatus pause rest παῦσις
el πενία indigence penury αδεκαρία φτώχια
el πικάντικος hot spicy tangy αλμυρός
el πλακίδιο bar/translations slate tablet tile
el πληκτικός boring plicticos plictisi ανιαρός
el πλοίαρχος captain master εμποροπλοίαρχος πλέω
el πνίξιμο choking drowning suffocation πνίγω
el πολυμαθής erudite learned polymath μαθαίνω
el προαναφερθείς above-mentioned abovesaid aforementioned aforesaid
el προζύμι sourdough άζυμος ζύμη μαγιά
el προικισμένος talented well-endowed ατάλαντος ταλαντούχος
el προσαρμογή adaptation adjustment mode orientation
el προσβάλλω affect insult outrage προσβολή
el προσδιορίζω modify set specify ορίζω
el προσδοκία expectancy expectation προσδοκώ προσδοκώμαι
el προσευχητάριο prayer book εύχομαι προσευχή προσεύχομαι
el προσφωνώ hail style φωνάζω φωνή
el πρωΐ Reconstruction:Proto-Albanian/prōjena perëndoj prehër prej
el πρόσκληση call encore invitation invite
el πυθμένας bed bottom floor πυθμήν
el πόθος craving desire hunger πόθος
el ρήγμα chasm crack split χάσμα
el ρευστός fluent volatile ρέω χρήμα
el ριψοκινδυνεύω risk take a chance κινδυνεύω ρίπτω
el σαΐτα arrow shuttle κερκίδα τόξο
el σαθρός rickety rotten κλούβιος σάπιος
el σατανικός satanic Σατανάς κακός σατανισμός
el σεβαστός Sevastopol σέβας σέβομαι σεβασμός
el σεντούκι chest coffer trunk صندوق
el σκαλιστήρι cultivator ακουμπιστήρι αξίνα σκαλίζω
el σοφιστεία sophism sophistry σοφία σοφός
el σπιτονοικοκύρης landlord εκμισθωτής ενοικιαστής σπίτι
el στάλα bead dash raindrop ενσταλάζω
el στέφανα στέφω στεφάνη στεφάνι φωτοστέφανο
el στέφανο στέφω στεφάνη στεφάνι φωτοστέφανο
el στήνω fix pitch rig set
el σταυρώνω cross crucify σταυρός σταύρωση
el στειρωτικός στείρος στείρωση στειρότητα στειρώνω
el στενοχώρια θλίψη μπελάς στενοχωρώ φασαρία
el συζυγία conjugation syzygy ζυγός σύζυγος
el συκοφαντία defamation slander συκοφάντης φαντάζω
el συκοφαντώ defame slander συκοφάντης φαντάζω
el συνέδριο colloquium conference congress συνέδριον
el συναγωνισμός competition contest rivalry άμιλλα
el συναδελφικότητα camaraderie comradeship fellowship solidarity
el σχολαστικός fussy pedant pedantic punctilious
el σύζευξη conjugation conjunction coupling union
el σύνορο boundary frontier limit όρος
el τήκω fuse melt λιώνω χύνω
el ταξινόμηση breakdown categorization classification taxonomy
el ταραχή disorder trouble turmoil ταράζω
el τριάδα leash trinity τρία τρίο
el τρομοκρατικός terrorist τρομοκράτης τρομοκρατία τρόμος
el τρωγλοδύτης troglodyte wren δύω τρωγλοδύτης
el τόμος book/translations tome volume ტომი
el υπνωτικός hypnotic soporific ηρεμιστικός καταπραϋντικός
el υποβάλλω subject submit καταθέτω παρουσιάζω
el υποφέρω ache anguish suffer χτικιάζω
el φθίση consumption φθίσις φυματίωση χτικιό
el φλάμμουρος Flamur flamur flamură flãmburã
el φλαμουριά ash tree basswood flamma linden
el φλασκί flasco flask μπουκάλι τσίτσα
el φρουρός guard soldier watch φρουρά
el φρούριο castle fortress stronghold φρουρά
el χαιρετίζω heretisanje salute χαίρω χαιρετώ
el χαχανητό snigger χάχανο χάχας χαχανίζω
el χαϊδευτικό endearment sobriquet term of endearment χαϊδεύω
el χειροπιαστός tangible απτός συγκεκριμένος χειρ
el χλοοτάπητας turf γκαζόν γρασίδι τάπητας
el χρονοτριβή lag loitering τρίβω χρόνος
el χρονοτριβώ lag procrastinate τρίβω χρόνος
el χρυσαλλίδα chrysalis nymph pupa νύμφη
el ωραιότατος fairest κακάσχημος πάγκαλος πανέμορφος
el όνειδος disgrace αίσχος ντροπή ὄνειδος
el -ίτης -ide -ite wine
el -α -ly μπομπότα τρυγόνα
el -μαντεία -mancy μάντης μαντεία
el -ψήφιος μονο- ψήφος ψηφίο
el -ω αμπαλάρω αριβάρω πιλοτάρω
el -ώ αεροφωτογραφίζω φωτογραφίζω χρονολογώ
el Αλώπηξ Vulpecula αλώπηξ ἀλώπηξ
el Ανακρέων Anacreon ανακρεόντειος Ἀνακρέων
el Ανατολή Anatoli Anatolius Анатолий
el Αργείος Argive Άργος Ἀργεῖος
el Αργώ Argo Argo Navis Ἀργώ
el Αρμάνος Aromanian Βλάχος βλάχος
el Αρταξέρξης Ahasuerus Artaxerxes Ἀρταξέρξης
el Βασιλεία Basel Βασίλειος βασιλεία
el Βύβλος Bible Byblos Βύβλος
el Γαλιλαία Galilee Γαλιλαία גליל
el Γολγοθάς Calvary Golgotha Γολγοθᾶ
el Δαρείος Darius Δαρεῖος 𐎭𐎠𐎼𐎹𐎺𐎢𐏁
el Εγκέλαδος Enceladus earthquake Ἐγκέλαδος
el Ελληνική Δημοκρατία Hellas Hellenic Republic Ελλάς
el Επιμηθέας Epimetheus Προμηθέας Ἐπιμηθεύς
el Εστία Hestia Vesta Ἑστία
el Ευσέβιος Eusebius Εὐσέβιος ευσεβής
el Ζαχαρίας Zachary Zechariah Ζαχαρίας
el Θεσσαλονικιά Thessalonian Θεσσαλονίκη θεσσαλονικιώτικος
el Θεσσαλονικιός Thessalonian Θεσσαλονίκη θεσσαλονικιώτικος
el Ιακώβ Jacob James Ἰακώβ
el Ισραηλίτης Jew Εβραίος Ιουδαίος
el Ισραηλίτισσα Jew Εβραία Ιουδαία
el Κέλσιος βαθμός Κέλβιν βαθμός Κελσίου κλίμακα Κελσίου
el Καναδέζα Canadian Καναδάς Καναδή
el Καναδέζος Canadian Καναδάς Καναδός
el Κελσίου βαθμός Κέλβιν βαθμός Κελσίου κλίμακα Κελσίου
el Κνωσός Knossos Κνωσσός Κνωσός
el Λάτιο Latium Lazio Λάτιον
el Λουδοβίκος Louis Ludovicus Լյուդովիկոս
el Μάνος Εμμανουήλ Μανόλης Μανώλης
el Μήλος Milos Μῆλος ミロス
el Μανωλιός Εμμανουήλ Μανόλης Μανώλης
el Μασσαλιώτης Marseillais Μασσαλία Μασσαλιώτης
el Νεάπολη Naples Neapoli Νεάπολις
el Ξέρξης Xerxes Ξέρξης 𐎧𐏁𐎹𐎠𐎼𐏁𐎠
el Οφιούχος Ophiuchus Όφις όφις
el Ρεβέκκα Rebecca Rebekah Ῥεβέκκα
el Σαλαμινία Κούλουρη Σαλαμίνα Σαλαμινία
el Σκανδιναβία Nordic countries Scandinavia Scandinavian Peninsula
el Σουσάννα Susan Susanna Σουσάννα
el Σοφία Sophia σοφία σοφός
el Σοφοκλής Sophocles Σοφοκλῆς σοφός
el Στέφανος Stephen Στέφανος στέφω
el Τσιγγάνοι zingaro Αθίγγανοι Ρομά
el Τύρος Tyre Τύρος 𐤑𐤅𐤓
el Υάκινθος Hyacinth Hyacinthus Ὑάκινθος
el Φάτα Μοργκάνα Fata Morgana Morgan le Fay fata Morgana
el Φίλιπποι Philippi Φίλιπποι Φίλιππος
el Χάρος Charon death Χάρων
el άνυσμα vector διάνυσμα διανύω
el άνωση buoyancy lift upthrust
el άξιος worthy άγω ἄξιος
el άφοβος intrepid undaunted έντρομος
el άφωνος speechless φωνάζω φωνή
el έκνομος extralegal illegal illicit
el έκσταση ecstasy στάση ἔκστασις
el έλξη appeal attraction έλκω
el έμφυτος immanent inbred innate
el ένδειξη index note δείχνω
el ένοικος occupant resident tenant
el έξωση eviction εξώστης ξεσπίτωμα
el έσχατος terminal τελικός ἔσχατος
el ίζημα deposit precipitate ἵζημα
el αγκυλωματιά αγκυλώνω αγκύλι αγκύλωμα
el ακαθίδρυτος εγκαθιδρύω επανιδρύω ιδρύω
el ακυνήγητος κυνηγάω κυνηγός κυνηγώ
el αλατώδης saline salt salty
el ανία boredom tedium ανιαρός
el ανερχόμενος up-and-coming ανέρχομαι ερχόμενος
el ανθολογία compilation ανθολογώ ἀνθολογία
el ανθυγιεινός insalubrious unhealthy υγεία
el ανθυποπλοίαρχος lieutenant lieutenant junior grade sub-lieutenant
el ανθυποσμηναγός lieutenant pilot officer second lieutenant
el ανικανότητα disqualification ανεπάρκεια επάρκεια
el ανισόρροπος deranged βλαμμένος ρέπω
el ανοιγμένος αναμμένος κεκλεισμένος κλεισμένος
el αντίφαση contradiction paradox αντιφάσκω
el αντζούγια anchovy γαύρος σαρδέλα
el αντιστοιχώ correspond αντίστοιχος ανταποκρίνομαι
el ανυπόδητος barefoot ξυπόλυτος ἀνυπόδητος
el ανυπόφορος unbearable αβίωτος αφόρητος
el ανύπαρκτος absent unreal υπάρχω
el αξιολογώ assess criticize evaluate
el απήδηχτος αγάμητος ακαλαφάτιστος γαμημένος
el απαλοιφή elimination αλείφω απαλείφω
el απεργάζομαι engineer scheme εργάζομαι
el απεσταγμένος αποστάζω στάζω σταγόνα
el αποδεδειγμένος αναπόδεικτος αποδεικνύω δείχνω
el αποθάρρυνση damp discouragement gloom
el αποκαλυπτικός apocalyptic revealing αποκαλύπτω
el αποκλεισμός blockade αποκλείω αποκλεισμένος
el αποκομμένος αποκόβω αποκόπτω κόβω
el αποκρυφισμός occultism αποκρύπτω κρύβω
el αποπειρώμαι attempt endeavor essay
el απορριμματοφόρος απορρίπτω απορριμματοφόρο ρίπτω
el αποστρέφω avert απόστροφος στρέφω
el αποσχίζομαι secede αποχωρώ σκίζω
el αποτρόπαιος heinous outrageous αποτρέπω
el αποφλοιώνω bark hull peel
el απρέπεια impertinence γαϊδουριά πουστιά
el απρόβλεπτος casual unforeseen βλέπω
el απωθητικός αηδής αηδιαστικός ελκυστικός
el απόειδα απέβλεψα αποβλέπω βλέπω
el απόκρημνος abrupt precipitate γκρεμός
el απόφθεγμα apothegm saw saying
el απύθμενος abysmal abyssal ξέκωλος
el αραιοϋφασμένος αγανός αραιός κρουστός
el αργυρός argent silver άργυρος
el αρθρώνω articulate pronounce utter
el αριστοκρατικότητα nobility αριστοκράτης αριστοκρατία
el αρχέγονος primeval primordial απόγονος
el ασβεστώνω whitewash ασβέστης ασβέστιο
el αστραπιαίος lightning lightning fast αστραπή
el αστόλιστος ακόσμητος στολή στολίζω
el ασυγκράτητος rampant unrestrained θυελλώδης
el ασυνάρτητος discursive incoherent ανακόλουθος
el ασυνέχεια discontinuity incoherence συνέχεια
el ασώματος bodiless disincarnate incorporeal
el αυταπάτη delusion self-deception απάτη
el αφαιρετέος αναφαίρετος αφαιρώ μειωτέος
el αφετηρία start threshold αφέτης
el αφηγητικός αφήγηση αφηγήτρια αφηγητής
el αφοδεύω defecate κάνω κακά χέζω
el αφόδευση defecation κατούρημα χέσιμο
el αφύσικος artificial paranormal unnatural
el αχνός light αμυδρός θαμπός
el αύρα aura sea breeze αὔρα
el βέργα Appendix:Greek Swadesh list stick virga
el βαρίδι αντίβαρο βάρος βαρύτητα
el βαρύαυλος φαγκοτίστα φαγκοτίστας φαγκότο
el βδελυρός αηδής αηδιαστικός βδέλυγμα
el βεβηλώνω defile desecrate profane
el βομβίνος bumblebee βόμβος μπάμπουρας
el βοσκότοπος pasture range veld
el βουνί ακροβούνι βουνοκορφή βουνό
el βραχνός hoarse husky χοντρός
el βρυσομάνα fountainhead βρύση πηγή
el βρωμιάρης pig κάθαρμα καθίκι
el βύνη malt βύνη κριθάρι
el γέννημα γέννηση γεννάω φαντασία
el γαλέα Appendix:Greek terms for watercraft gálya γαλέρα
el γεωγραφικό ύψος γεωγραφικό γεωγραφικός ύψος
el γιαρκόν giargone jargon jargoon
el γιγάντιος γίγαντας πελώριος τεράστιος
el γινόμενο cross product μειωτέος
el γκρεμίζω precipitate ανιδρύω γκρεμός
el γοητευτικός enchanting γοητεία ελκυστικός
el γραφειοκρατικός bureaucratic burocratic clerical
el γόνος fry γένος γεννάω
el δίδαγμα lesson teaching δάσκαλος
el δίκοπος double-edged κοπή κόβω
el δίωξη action persecution διώχνω
el δεόντως properly δέω δέων
el δηκτικός mordant pungent snarky
el δηλ. i.e. viz. δηλαδή
el δημαρχεύω δήμαρχος δημαρχία δημαρχείο
el δημιουργικός creative δημιουργία δημιουργός
el δημοσιονομικός financial fiscal δήμος
el δημοσιοποίηση έκδοση δήμος δημοσίευση
el διάβημα act démarche overture
el διάσπαση chasm decomposition fission
el διάταξη array disposition διάρθρωση
el δια- Appendix:Greek prefixes inter- trans-
el διαίσθηση insight intuition διαισθάνομαι
el διαγουμίζω pillage plunder sack
el διαγούμισμα pillage plunder sack
el διαδίδω εξάγω εξαγωγή προϊόν
el διαδοχικά in turn successively διαδοχικός
el διαδοχική διερμηνεία consecutive interpretation διαδοχικός διερμηνεία
el διακινδυνεύω hazard risk κινδυνεύω
el διαλείπων discontinuous intermittent λείπω
el διαλογισμός contemplation meditation διαλογίζομαι
el διαμαρτύρομαι expostulate protest remonstrate
el διαμοιρασμένος διαμοιράζομαι διαμοιράζω μοιρασμένος
el διαμόρφωση modulation διάρθρωση μόρφωση
el διαπρεπής eminent prominent διαπρέπω
el διασυνδέω network δέω συνδέω
el διαχρονικός diachronic timeless χρόνος
el διερεύνηση cross-examination enquiry investigation
el διευθέτηση adjustment disposition settlement
el δικαιοδοσία jurisdiction αναρμοδιότητα αρμοδιότητα
el διμερής duplex μονομερής πολυμερής
el διχειλικός bilabial χείλος χειλοϋπερωικός
el διχόνοια discord division faction
el διψομανία dipsomania διψασμένος μεθυσμένος
el δοκησίσοφος pedant pedantic σοφός
el δοκησισοφία pedantry σοφία σοφός
el δοκιμαστική δοκιμαστικός οδήγηση πτήση
el δριμύς acid acrid pungent
el δρομάκι alley ρούγα σοκάκι
el δυσάρεστος unpleasant ανεπιθύμητος ενοχλητικός
el δυσαρμονία discord disharmony παραφωνία
el δυσδιάκριτος dim αμυδρός ευδιάκριτος
el δωροληψία bribe bribery δώρο
el δύσθυμος άκεφος δυσθυμία κεφάτος
el εγγεγραμμένος incircle εγ- εγγράφω
el εγγράψιμος cyclic γράφω εγγράφω
el εγκαινιάζω inaugurate ανεγκαινίαστος εγκαινιασμός
el εγκαταλελειμμένος abandoned forlorn εγκαταλείπω
el εγκληματικότητα crime delinquency έγκλημα
el εγκλιματίζω inure ανεγκλιμάτιστος εγκλιματισμός
el εγκωμιάζω praise ανεγκωμίαστος μαλώνω
el εδάφιο citation passage verse
el εισδύω δύω παρεισέφρησα παρεισφρέω
el εκ νέου anew once again επανιδρύω
el εκατονταετής centenarian centenary εκατό
el εκατονταετηρίδα centennial εκατονταετία εκατό
el εκλιπών deceased departed νεκρός
el εκλογέας εκλέγω ψηφοφορία ψηφοφόρος
el εκρήγνυμαι burst go off έκρηξη
el εκροή outflow εισροή εκρέω
el εκτίμηση approximation esteem estimate
el εκτροπή aberration diversion εκτρέπω
el εκφωνητής announcer broadcaster φωνή
el εκχώρηση concession settlement εκχωρώ
el ελίσσομαι maneuver snake wind/translations
el ελικοειδής helical spiral οφιοειδής
el ελλιπής imperfect λίπος λείπω
el εμπειρισμός empiricism αισθησιαρχία αισθησιοκρατία
el εμπροσθοφυλακή forefront vanguard εμπρός
el εν λευκώ εν λευκός λευκώ
el ενήλικος adult μεγάλος μωρό
el ενίσχυση booster ενισχύω ισχύω
el ενδεχόμενο chance contingent likelihood
el ενδεχόμενος susceptible ενδεχομένως πιθανός
el ενημερώνω brief keep someone posted update
el εννοιοκρατία conceptualism έννοια εννοώ
el εννοιολογικός conceptual έννοια εννοώ
el ενορία enorie enurii parish
el ενσάρκωση avatar embodiment incarnation
el ενστικτώδης instinctive spontaneous ένστικτο
el ενταφιάζω bury earth θάβω
el εντευκτήριο chamber haunt resort
el εντός within έξω μέσα
el εντόσθια Appendix:Greek Swadesh list offal σπλάχνο
el εξάλειψη elimination αλείφω εξαλείφω
el εξαιρώ except recuse εξαίρω
el εξασκώ bring to bear train ασκώ
el εξευτελίζω abase debase ντροπιάζω
el εξομολόγηση confession ομολογία ομόλογος
el εξώπορτα front door gate πύλη
el επίβλεψη supervision βλέπω επιβλέπω
el επίζηλος αξιοζήλευτος ζήλος ζηλευτός
el επίπονος painful poignant δύσκολος
el επαγγελματικός nonprofessional επάγγελμα επαγγελματίας
el επαγρύπνηση vigil vigilance προσοχή
el επαγωγικός a posteriori a priori inductive
el επαληθεύω check verify ανεπαλήθευτος
el επαναλαμβανόμενος recursive επαναλαμβάνω επανειλημμένος
el επαναληπτικός repetitive επαναλαμβάνω επανειλημμένος
el επανασυνδέω αποσυνδέω δέω συνδέω
el επανεκκινώ reboot reset restart
el επεξεργάζομαι process treat εργάζομαι
el επιβεβαίωση attestation confirmation corroboration
el επιβλητικός grandiose imperial sublime
el επιδεικτικός ostentatious δείχνω επίδειξη
el επιδειξιομανής exhibitionist επιδειξίας επιδειξιομανία
el επιζώ live survive γλιτώνω
el επικαλούμαι appeal invoke quote
el επικύηση conception κύημα κύηση
el επιπροσθέτως additionally besides in addition
el επιρροή influence έλεγχος επήρεια
el επισκοπή cathedral diocese see
el επιτιμώ expostulate rebuke μαλώνω
el επιφυλακτικός circumspect conservative wary
el επιχορηγώ fund sponsor subsidize
el επωμίδα epaulet epaulette επωμίζομαι
el επόπτης linesman overseer supervisor
el εργατικός assiduous έργο νωθρός
el ερωτοδουλειά affair liaison love affair
el ερωτοτροπώ court flirt φλερτάρω
el ετερο- Appendix:Greek prefixes hetero- ἕτερος
el ευκαμψία flexibility pliability κάμπτω
el ευλάβεια devotion evlavie ευσέβεια
el ευπρεπίζω groom πρέπει πρέπω
el ευσεβισμός ευσέβεια ευσεβής σέβομαι
el εύπορος affluent rich wealthy
el εἰ Reconstruction:Proto-Slavic/i и і
el ζαχαριέρα -ιέρα sugar bowl ζάχαρη
el ζαχαρωμένα αποκρυσταλλώνω ζαχαρώνω φρούτο
el ζευγαρώνω mate pair ζευγάρι
el ζεύγμα zeugma ζεύγος ζυγός
el ζηλόφθονος envious jealous ζήλος
el ζυμώνω braid ferment knead
el ζωικός ζωή ζώο λίπος
el ζωντάνεμα ζωή ζωντανεύω ζωντανός
el ζωντανά live stock ζωντανός
el ζωντοχήρα divorcée ζωή ζωντανός
el ηττώμαι lose ήττα υπερισχύω
el θα θέλαμε Appendix:Greek phrasebook/Accommodation θέλαμε θέλω
el θανάτωση kill εκτέλεση σκοτωμός
el θεοσέβεια ευσέβεια σέβας σέβομαι
el θεώρημα theorem θεωρία θεωρώ
el θεώρηση notion point of view θεωρώ
el θολώνω cloud dim muddle
el θωράκιση armor armour τεθωρακισμένα
el θωριά θεωρία θεωρώ θωρώ
el θύλακας Chukotka Autonomous Okrug bursa pocket
el ιδιοτροπία quirk vagary παραξενιά
el ισοϋψής contour contour line level
el ιστοδιεύθυνση IP address URL Uniform Resource Locator
el κάθε ένας all and sundry each everyone
el κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε a stitch in time saves nine better safe than sorry γάιδαρος
el κάμψη inflection push-up κάμπτω
el κάρφωμα dunk dunking καρφί
el κάτοχος occupant αφεντικό κατοχή
el κένωση defecation evacuation kenosis
el κήρυγμα homily kerygma sermon
el καβγαδίζω quarrel μαλώνω τσακώνομαι
el καθίδρυμα εγκαθιδρύω ιδρύω καθιδρύω
el καθίζημα precipitate καθίζω καθιζάνω
el καθίζηση settlement καθίζω καθιζάνω
el καθυστερώ detain lag procrastinate
el και άλλα και λοιπά πολλά και ούτω καθεξής και τα λοιπά
el και ακόλουθα και λοιπά πολλά και ούτω καθεξής και τα λοιπά
el και αλλού και λοιπά πολλά και ούτω καθεξής και τα λοιπά
el κακοήθης malicious malignant καλοήθης
el κακοκεφιάζω ακεφιά κέφι κακοκεφιά
el καλλιεργώ culture farm nurse
el καλόκεφος άκεφος κέφι κεφάτος
el καλόσυνη goodness αγαθοσύνη αγαθότητα
el καμαριέρα -ιέρα chambermaid maid
el καντήλα candela candelă cãndilã
el καπηλειό bar/translations pub tavern
el καπόνι capo capon clapon
el καρδιοειδής cordate heart-shaped καρδιόσχημος
el καρποφόρος -φόρος fruitful στείρος
el καρό diamond diamonds διαμάντι
el κασέλα chest coffer trunk
el κασεδάκι δοχείο κιβώτιο κουτί
el κασούλα caciòła casula căciulă
el κατάλυμα accommodation γιατάκι καταλύω
el κατάταξη categorization classification incorporation
el κατήγορος accuser prosecutor κατηγορώ
el καταγέλαστος αξιογέλαστος αστείος γελοίος
el καταδεκτικότητα condescension ακατάδεχτος ακαταδεξία
el καταδικάζω convict reprobate κατάδικος
el κατακάθομαι κάθομαι καθιζάνω κατακάθι
el κατακαθίζω precipitate καθίζω κατακάθι
el κατακόρυφος handstand portrait vertical
el καταστροφικός destructive disastrous καταστρέφω
el κατατρομάζω terrify τρομάζω τρόμος
el κατσαδιάζω harangue lecture μαλώνω
el κελάηδημα birdsong κελαηδώ τσίου-τσίου
el κελάρι cellar cellarium chilar
el κερασφόρος -φόρος horned κερατάς
el κερατίνη horn κέρας κέρατο
el κινέω συγκίνηση συγκινητικός συγκινώ
el κιόσκι kiosk stand περίπτερο
el κλέφτικος κλέβω κλέφτης κλέφτικο
el κλονισμός breakdown concussion shock
el κλωσσόπουλο brood chick πουλί
el κοιλότητα cavity hollow κοιλιά
el κοινολεκτώ καθομιλουμένη κοινολεξία κοινόλεκτος
el κολπισμός vaginismus κολεόσπασμος κολπόσπασμος
el κομματιάζω fragment shred κομμάτι
el κοντάκι stock κοντάκιον قونداق
el κοριτσίστικος girlish girly κορίτσι
el κοροϊδία taunt κοροϊδεύω κορόιδο
el κουμπαράς money box piggy bank خمبره
el κουρελής rag κουρέλι ξεβράκωτος
el κούρσεμα pillage plunder sack
el κραιπάλη binge debauchery decadence
el κραυγαλέος loud vociferous κραυγάζω
el κρεβατοκάμαρα bedroom chamber room
el κρεμάμενος hanging κρεμασμένος κρεμώ
el κριθαρένιος κριθάρι κριθαρόψωμο ψωμί
el κροτούν αέριο κροτώ κρότος
el κρούσμα case instance κρούω
el κρούστα crusta scab κρουστός
el κυνηγετικός κυνηγάω κυνηγός κυνηγώ
el κυνηγόσκυλο hound hunter κυνηγός
el κυψελίδα alveolus earwax κυψέλη
el κωλυσιεργώ filibuster κωλύω παρακωλύω
el κόγχη alcove angle socket
el κόλακας adulator courtier σφουγγοκωλάριος
el κόλληση κολλώ κόλλα κόλλημα
el κόνικλος rabbit κονικλοτροφείο κουνέλι
el κύρος force kudos supremacy
el κώλυμα deadlock hindrance κωλύω
el λάγνος lascivious lecherous lustful
el λάλημα crow lajm λαλώ
el λάμψη brightness luster λάμπω
el λήθαργος lethargy stupor λήθη
el λίνον Reconstruction:Proto-Germanic/līną linas linum
el λαίμαργος glutton gluttonous λαιμαργία
el λαμπερός bright λάμπω μουντός
el λεηλασία pillage plunder sack
el λειρί cockscomb wattle λείριον
el λεσβιακός lesbian Λέσβος λεσβία
el λευκοπλάστης band-aid επίδεσμος λευκός
el λημέρι haunt hideout lair
el λιμάρω file αλιμάριστος λίμα
el λογοκριμένος censored αλογόκριτος λογοκρίνω
el λούγκρα μπινές πισωγλέντης πούστης
el λούσιμο bath shampoo λούζω
el λυκόσκυλο German Shepherd wolfhound λύκος
el λυσσασμένος mad rabid λύσσα
el λυόμενος λυμένος λύνοντας λύω
el λύτρωση redemption salvation λύω
el μάτσα matcha maça ماچه
el μάχομαι battle fight ταυρομάχος
el μίλι mile mille milă
el μίσθωση tenancy ενοικίαση μισθός
el μαγαζάτορας έμπορος καταστηματάρχης μαγαζί
el μαγεύω ensorcell entrance μάγος
el μαλλιαρή δημοτική ελληνικά νέα ελληνικά
el μανέστρα ζυμαρικό κριθάρι κριθαράκι
el μανιώδης rabid voracious μανία
el μαντείο oracle μάντης μαντεία
el μαρσιποφόρος -φόρος καγκουρό μάρσιπος
el μαστουρωμένος high stoned κλασμένος
el μεγαλοπρεπής magnificent splendid ανακτορικός
el μεθύστακας drunk μέθυσος μεθυσμένος
el μελαγχολικός brooding desolate melancholic
el μελιά ash ash tree μελία
el μεμψιμοιρία self-pity μέμφομαι μοίρα
el μεταβάλλω change αμετάβλητος γίνομαι
el μεταπουλώ resell αμεταπούλητος απούλητος
el μεταχρονολογώ χρονολογία χρονολογώ χρόνος
el μεταχρονολόγηση χρονολογία χρονολόγηση χρόνος
el μηδαμινός paltry petty trivial
el μηδενιστής anarchist nihilist μηδέν
el μηνίσκος Μήνη ημισέληνος μηνίσκος
el μιγάς creole mongrel mulatto
el μιμούμαι copy mock μίμος
el μισέλληνας mishellene ανθέλληνας γραικύλος
el μισητός heinous invidious αγαπημένος
el μισθοφορικός mercenary μισθοφόρος μισθός
el μοιράδι μοίρα μοιράζω μοιρασμένος
el μονοψήφιος μονο- ψήφος ψηφίο
el μορφασμός expression face grimace
el μοχθηρός fiendish malevolent malicious
el μούδιασμα numbness αιμωδία αιμωδίαση
el μούσκεμα drenched μουσκεμένος μουσκεύω
el μπαμπόγρια κωλόγρια παλιόγρια σκατόγρια
el μπαούλο chest coffer trunk
el μπινιά μπινές μπινελίκι πουστιά
el μπιφτέκι beefsteak steak χάμπουργκερ
el μπλέκω tangle μπερδεύω πλέκω
el μπούμπουρας μέλισσα μελισσοκόμος μπάμπουρας
el μυλωνάς miller αλευροβιομήχανος μύλος
el μόσχος civet mosc मुष्क
el νάρθηκας cast narthex νάρθηξ
el να ανοίξει το δρόμο pave the way ανοίξει δρόμος
el νεοσσός chick fledgling αετόπουλο
el νεροσυρμή αυλάκι αυλακιά συρμή
el νηοπομπή convoy πέμπω πομπή
el νοθεύω adulterate alloy doctor
el νοικάρης εκμισθωτής ενοικιαστής μισθωτής
el νομοθετώ legislate θέτω νομοθεσία
el νοοτροπία culture idiosyncrasy mentality
el νοτερός damp humid moist
el νταμιτζάνα dame-jeanne demijohn μπουκάλα
el νυσταγμένος drowsy sleepy νυστάζω
el νυχτοπούλι night owl night person πουλί
el ξάγναντο αγνάντιο αγναντεύω ξαγναντεύω
el ξαναμοίρασμα αναδασμός αναδιανομή ανακατανομή
el ξαναμοιρασμένος μοιρασμένος ξαναμοιράζομαι ξαναμοιράζω
el ξαράχνιασμα αράχνη αραχνιάζω ξαραχνιάζω
el ξεγελώ con outsmart γελώ
el ξεκάθαρος definite unequivocal αμυδρός
el ξενομανία xenomania ξενοφιλία ξενοφοβία
el ξενύχτης night owl night person ξενυχτάω
el ξεφωνίζω κράζω φωνάζω φωνή
el οίκημα οίκος οἴκημα σπίτι
el ολιγο- λίγος ολίγος ὀλιγο-
el ομογενής expatriate homogeneous ομογένεια
el ομοφυλοφιλικός γκέι ομοφυλοφιλία ομοφυλόφιλος
el ονειρομαντεία oneiromancy ονειροκρίτης όνειρο
el οπίσθιος Appendix:Greek vocabulary/Motoring hinder posterior
el οργάνωση body organization όργανο
el ουροδοχείο bedpan γιογιό καθίκι
el ούρηση urination κατούρημα χέσιμο
el ούρο κατουρλιό ούρα οὖρον
el πάλλομαι leap μονοπαλλόμενο πολυπαλλόμενο
el πάντως after all anyway in any case
el πάνω κάτω give or take odd άνω κάτω
el πάσσαλος pale post stake
el πάσχω suffer from πάθος παθαίνω
el παίδαρος γκόμενος κούκλος παιδί
el παθητικός ενεργητικός μεσοπαθητικός πάθος
el παιχνιδότοπος playground παιδική χαρά παιδότοπος
el πακετάρισμα package πακέτο πακετάρω
el παλαιο- Appendix:Greek prefixes paleo- παλιο-
el παλαμίδα bonito pălămidă بلوط
el παπαριά παπάρα παπάρας παπάρι
el παράθεμα citation quotation quote
el παράφρων demented deranged insane
el παρήγορος απαρηγόρητος παρηγοριά παρηγορώ
el παρίσταμαι attend αναπαριστάνω παριστάνω
el παραγκούπολη shantytown slum παράγκα
el παραγραφή lapse prescription παραγράφω
el παραθέτω quote θέτω παράθημα
el παρακαμπτήριος bypass κάμπτω παρακάμπτω
el παραπατώ stagger totter waddle
el παραπλήσιος approximate like πλησιάζω
el παραπομπή citation παραπέμπω πομπή
el παρασύρω lead astray σέρνω σύρω
el παρατηρώ note notice observe
el παρθενιά Παρθένος παρθένα παρθένος
el παροχή flow διανομή παράδοση
el πατατοσαλάτα Appendix:Greek phrasebook/Food and drink potato salad σαλάτα
el πατημασιά track αποτύπωμα χνάρι
el πειθαναγκασμός ανάγκη πείθω πειθαναγκάζω
el πειθαρχία discipline obedience πείθω
el πειραματικός experimental trial πειραματίζομαι
el πειστήριο evidence exhibit πείθω
el πενιχρός meager λίγος λιγοστός
el περίσκεψη caution discretion σκέφτομαι
el περίφημος famous great ακουστός
el περασμένα ξεχασμένα let bygones be bygones περασμένα περασμένος
el περιέχω compose hold έχω
el περιβάλλω encompass envelop περικλείω
el περιεργάζομαι eyeball εργάζομαι περιέργεια
el περικομμένος truncate περικόβω περικόπτω
el περιληπτικός brief collective synoptic
el περιοδεία tour περίοδος περιήγηση
el περιοδεύω tour περίοδος περιοδεύων
el περισυλλέγω λέγω συλλέγω συνελέγην
el περισυλλογή contemplation meditation συλλέγω
el πετάννυμι petë pjetem pjetë
el πηγαινοέρχομαι shuttle έρχομαι πηγαινέλα
el πηκτή aspic jelly piftie
el πιστοποίηση authentication πείθω πιστοποιώ
el πιτυρίδα dandruff scurf λέπι
el πλήγμα wound πλήττω πλῆγμα
el πλήρωμα crew pleroma pléroma
el πλαστογραφώ copy counterfeit πλαστογραφία
el πλειάδα constellation pleiad tuple
el πλειοψηφία majority plurality ψήφος
el πλεκτάνη machination scheme πλέκω
el πλεκτό knitting πλέξιμο τρίκο
el πληροφορούμαι learn μαθαίνω ξέρω
el πλιάτσικο pillage plunder κατσαπλιάς
el πνίγομαι choke drown smother
el πνευματώδης humorous salty πνεύμα
el πνιγμονή choking suffocation πνίγω
el πολίτευμα polity regime πόλη
el πολεμοχαρής hawkish trigger-happy warlike
el πολλαπλότητα multiplicity plurality πολλαπλασιάζω
el πολυλογία circumlocution garrulity verbosity
el πολύγλωσσος multilingual polyglot πολύγλωσσος
el πολύσημος figurative polysemous πωλήσιμος
el πομπώδης grandiloquent πέμπω πομπή
el πορνό porn porno πόρνη
el ποταπός base despicable low
el πουδράρισμα πουδράρω πουδριέρα πούδρα
el προάγγελος harbinger herald άγγελος
el προάγω forward άγω προαγωγή
el προαίσθημα hunch premonition προαισθάνομαι
el προαιρετικός alternative optional voluntary
el προανάκρουσμα ανακρούω κρούω προσκρούω
el προβλέψιμος predictable βλέπω προβλέπω
el προλεχθείς abovesaid aforementioned aforesaid
el προλογίζω preface λογίζομαι πρόλογος
el προμήνυμα μήνυμα μηνύω προμηνύω
el προοπτική perspective view vista
el προσαγορεύω αγορεύω αναγορεύω απαγορεύω
el προσευχητάρι εύχομαι προσευχή προσεύχομαι
el προτροπή encouragement prompt προτρέπω
el προφανής obvious palpable προφανώς
el προχρονολογώ χρονολογία χρονολογώ χρόνος
el προχρονολόγηση χρονολογία χρονολόγηση χρόνος
el πρωτολογισμός protologism άπαξ λεγόμενον λεξιπλασία
el πρωτοποριακός groundbreaking original πρωτοπόρος
el πρόβλεψη contemplation βλέπω προβλέπω
el πρόσκαιρος fleeting transient εφήμερος
el πρότερος antecedent past προηγούμενος
el πτέρυγα wing πτέρυξ πτερύγιο
el ράγα rail track ρώγα
el ράπτης tailor ράβω ράπτω
el ρέψιμο belch burp ρεύομαι
el ρίγος quiver tremor ῥῖγος
el ραφή stitch suture ῥαφή
el ρεγχάζω ροχάλισμα ροχαλίζω ροχαλητό
el ρευστοποιώ λιώνω ρέω χύνω
el ρευστό cash fluid χρήμα
el ρευστότητα flux liquidity ρέω
el ρητός explicit rational unequivocal
el ρινικός ένρινος έρρινος ερρινοποίηση
el ρινολαλία ενρινότητα ερρινισμός ερρινότητα
el ρωμαιοκαθολικός Catholic Roman Roman Catholic
el ρόπτρο doorknocker πόμολο ῥόπτρον
el ρύση καταρρέω ρέω ῥύσις
el σάτιρα lampoon libel satire
el σακί sack μπούρδα σάκος
el σαλαμούρα salamură salimuria saramură
el σανδάλι sandal πέδιλο παπούτσι
el σεξοβόμβα bomb bombshell βόμβα
el σημαδεμένος scarface σημάδι σημαδεύω
el σημαδούρα buoy σημάδι شماندره
el σημαιοφόρος ensign flag-bearer standard-bearer
el σκασίλα μου give a shit στ' αρχίδια μου στα παπάρια μου
el σκεπτικό ratio decidendi rationale σκέφτομαι
el σκιάζω cloud shadow τρομάζω
el σκυλί που γαβγίζει δεν δαγκώνει all bark and no bite barking dogs seldom bite one's bark is worse than one's bite
el σουρβιά service tree shurbë sorb
el σουρώνω strain διηθώ στραγγίζω
el σοφιστής sophist σοφιστής σοφός
el σπήλαιο cave cove fyell
el σπαγκοραμμένος σπάγγος τσιγκούνης φραγκοφονιάς
el σπαζοκεφαλιά brainteaser conundrum σπάζω
el σποραδικά every so often sporadically περιστασιακά
el στέφανος στέφω στεφάνη στεφάνι
el στέψη coronation στέμμα στέφω
el σταυρόνημα crosshair reticle σταυρός
el στεναχωρεμένος στεναχωριέμαι στεναχωρούμαι στενοχωρώ
el στενοχωρεμένος στενοχωριέμαι στενοχωρούμαι στενοχωρώ
el στοιχειοθετώ set typeset θέτω
el στου διαβόλου τη μάνα Woop Woop back of beyond middle of nowhere
el στουπί tow διάναξη καλαφάτισμα
el στοχασμός contemplation meditation στοχάζομαι
el στρίφωμα hem γύρισμα στρίβω
el στραβός wrong κουτσός στρέφω
el στριμώχνω corner mob squeeze
el στριφογυρίζω squirm wriggle στρίβω
el στριφτός στρέφω στρίβω στριμμένος
el στρόβιλος turbine αεριοστρόβιλος στρέφω
el στρόφαλος crank στρέφω στροφαλοφόρος
el συγκαλύπτω dissimulate αποκρύπτω καλύπτω
el συγχέω becloud confuse muddle
el συκοφαντικός defamatory συκοφάντης φαντάζω
el συμβιβάζω compound conciliate reconcile
el συμμορία bunch crew ληστής
el συμπαίκτης partner teammate εμπαίζω
el συμπαίκτρια partner teammate εμπαίζω
el συμπαιγνία collusion εμπαίζω συνεννόηση
el συμπλέκω complex πλέκω πλέχτηκα
el συμπλήρωμα accessory complement supplement
el συμπλοκή affair encounter fray
el συνάδελφος colleague comrade mate
el συνάντηση date encounter tryst
el συνένωση συμφυρμός σύναψη σύνδεση
el συναγωνίζομαι αγωνίζομαι ανταγωνίζομαι διαγωνίζομαι
el συναναστροφή bee αναστρέφω συναναστρέφομαι
el συνδιάσκεψη conference διασκέπτομαι συνδιασκέπτομαι
el συνεννοήσιμος εννοώ συνεννοούμαι συνεννόηση
el συνθέτω compose compound θέτω
el συννεφιάζω becloud cloud σύννεφο
el συνομιλώ chat discourse talk
el συνοπτικός brief succinct synoptic
el συντετριμμένος contrite συντρίβω τρίβω
el συντροφικότητα camaraderie companionship company
el συσκοτίζω becloud black out χύνω
el συστολή systole ντροπή συστολή
el σφάζω butcher slaughter σφαγή
el σφαγείο abattoir slaughterhouse σφαγή
el σφουγγάρι sponge sünger σπόγγος
el σχεδιάγραμμα blueprint scheme σχέδιο
el σχιζοφρενής schizo schizophrenic τρελός
el σχολιάζω comment note σχόλιο
el σωριάζομαι collapse crumple keel
el σύμπλεγμα cluster complex network
el σύμφυρμα amalgam αχταρμάς συμφυρμός
el σύμφωνος amenable coherent φωνή
el σύρτης bolt latch σύρω
el σύσκεψη conference συνεννόηση συσκέπτομαι
el τήξη flux meltdown melting
el τα λέμε see you see you later λέω
el ταπεινός base meek modest
el ταυτόχρονη διερμηνεία simultaneous interpretation διερμηνεία ταυτόχρονος