αντιολισθητικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αντιολισθητικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αντιολισθητικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αντιολισθητικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αντιολισθητικός you have here. The definition of the word αντιολισθητικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαντιολισθητικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αντιολισθητικός (antiolisthitikósm (feminine αντιολισθητική, neuter αντιολισθητικό)

  1. (automotive) antiskid

Declension

Declension of αντιολισθητικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αντιολισθητικός (antiolisthitikós) αντιολισθητική (antiolisthitikí) αντιολισθητικό (antiolisthitikó) αντιολισθητικοί (antiolisthitikoí) αντιολισθητικές (antiolisthitikés) αντιολισθητικά (antiolisthitiká)
genitive αντιολισθητικού (antiolisthitikoú) αντιολισθητικής (antiolisthitikís) αντιολισθητικού (antiolisthitikoú) αντιολισθητικών (antiolisthitikón) αντιολισθητικών (antiolisthitikón) αντιολισθητικών (antiolisthitikón)
accusative αντιολισθητικό (antiolisthitikó) αντιολισθητική (antiolisthitikí) αντιολισθητικό (antiolisthitikó) αντιολισθητικούς (antiolisthitikoús) αντιολισθητικές (antiolisthitikés) αντιολισθητικά (antiolisthitiká)
vocative αντιολισθητικέ (antiolisthitiké) αντιολισθητική (antiolisthitikí) αντιολισθητικό (antiolisthitikó) αντιολισθητικοί (antiolisthitikoí) αντιολισθητικές (antiolisthitikés) αντιολισθητικά (antiolisthitiká)