ισημερινός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word ισημερινός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word ισημερινός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say ισημερινός in singular and plural. Everything you need to know about the word ισημερινός you have here. The definition of the word ισημερινός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofισημερινός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Noun

ισημερινός (isimerinósm (plural ισημερινοί)

  1. (geography, cartography) equator

Declension

singular plural
nominative ισημερινός (isimerinós) ισημερινοί (isimerinoí)
genitive ισημερινού (isimerinoú) ισημερινών (isimerinón)
accusative ισημερινό (isimerinó) ισημερινούς (isimerinoús)
vocative ισημερινέ (isimeriné) ισημερινοί (isimerinoí)

Coordinate terms

Further reading

Adjective

ισημερινός (isimerinósm (feminine ισημερινή, neuter ισημερινό)

  1. (geography, cartography) equatorial
  2. (nationality) Ecuadorian

Declension

Declension of ισημερινός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative ισημερινός (isimerinós) ισημερινή (isimeriní) ισημερινό (isimerinó) ισημερινοί (isimerinoí) ισημερινές (isimerinés) ισημερινά (isimeriná)
genitive ισημερινού (isimerinoú) ισημερινής (isimerinís) ισημερινού (isimerinoú) ισημερινών (isimerinón) ισημερινών (isimerinón) ισημερινών (isimerinón)
accusative ισημερινό (isimerinó) ισημερινή (isimeriní) ισημερινό (isimerinó) ισημερινούς (isimerinoús) ισημερινές (isimerinés) ισημερινά (isimeriná)
vocative ισημερινέ (isimeriné) ισημερινή (isimeriní) ισημερινό (isimerinó) ισημερινοί (isimerinoí) ισημερινές (isimerinés) ισημερινά (isimeriná)

Further reading