2 Results found for "λαμβάνῃ".

λαμβάνῃ

IPA(key): /lamˈba.ni/ (15th CE Constantinopolitan) IPA(key): /lamˈba.ni/ λᾰμβᾰ́νῃ • (lămbắnēi) third-person singular present active subjunctive of λαμβάνω...


λαμβάνω

λᾰμβᾰ́νετον λᾰμβᾰ́νομεν λᾰμβᾰ́νετε λᾰμβᾰ́νουσῐ(ν) subjunctive λᾰμβᾰ́νω λᾰμβᾰ́νῃς λᾰμβᾰ́νῃ λᾰμβᾰ́νητον λᾰμβᾰ́νητον λᾰμβᾰ́νωμεν λᾰμβᾰ́νητε λᾰμβᾰ́νωσῐ(ν) optative λᾰμβᾰ́νοιμῐ...