3 Results found for "ἀνέμοις".

ἀνέμοις

ἀνέμοις • (anémois) m dative plural of ἄνεμος (ánemos)...


ὀλιγόπιστος

λέγει αὐτοῖς, τί δειλοί ἐστε, ὀλιγόπιστοι; τότε ἐγερθεὶς ἐπετίμησεν τοῖς ἀνέμοις καὶ τῇ θαλάσσῃ, καὶ ἐγένετο γαλήνη μεγάλη. Kaì légei autoîs, tí deiloí...


ἄνεμος

tôn ănémōn Dative τῷ ᾰ̓νέμῳ tôi ănémōi τοῖν ᾰ̓νέμοιν toîn ănémoin τοῖς ᾰ̓νέμοις toîs ănémois Accusative τὸν ᾰ̓́νεμον tòn ắnemon τὼ ᾰ̓νέμω tṑ ănémō τοὺς...