2 Results found for "βαριόμασταν".

βαριόμασταν

βαριόμασταν (variómastan) βαριέμαι (variémai) sözcüğünün birinci çoğul şahıs kusurlu geçmiş zaman çekimi...


βαριέμαι

αυτ(ός/ή/ό) (o) βαριόταν (variótan) βαρέθηκε (varéthike) εμείς (biz) βαριόμασταν (variómastan) βαρεθήκαμε (varethíkame) εσείς (siz) βαριόσασταν (variósastan)...