έγκαιρος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word έγκαιρος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word έγκαιρος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say έγκαιρος in singular and plural. Everything you need to know about the word έγκαιρος you have here. The definition of the word έγκαιρος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofέγκαιρος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Pronunciation

Adjective

έγκαιρος (égkairosm (feminine έγκαιρη, neuter έγκαιρο)

  1. timely, opportune

Declension

Declension of έγκαιρος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative έγκαιρος (égkairos) έγκαιρη (égkairi) έγκαιρο (égkairo) έγκαιροι (égkairoi) έγκαιρες (égkaires) έγκαιρα (égkaira)
genitive έγκαιρου (égkairou) έγκαιρης (égkairis) έγκαιρου (égkairou) έγκαιρων (égkairon) έγκαιρων (égkairon) έγκαιρων (égkairon)
accusative έγκαιρο (égkairo) έγκαιρη (égkairi) έγκαιρο (égkairo) έγκαιρους (égkairous) έγκαιρες (égkaires) έγκαιρα (égkaira)
vocative έγκαιρε (égkaire) έγκαιρη (égkairi) έγκαιρο (égkairo) έγκαιροι (égkairoi) έγκαιρες (égkaires) έγκαιρα (égkaira)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο έγκαιρος, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο έγκαιρος, etc.)