ανάμελος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word ανάμελος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word ανάμελος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say ανάμελος in singular and plural. Everything you need to know about the word ανάμελος you have here. The definition of the word ανάμελος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofανάμελος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

ανάμελος (anámelosm (feminine ανάμελη, neuter ανάμελο)

  1. Rare form of ανέμελος (anémelos).

Declension

Declension of ανάμελος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative ανάμελος (anámelos) ανάμελη (anámeli) ανάμελο (anámelo) ανάμελοι (anámeloi) ανάμελες (anámeles) ανάμελα (anámela)
genitive ανάμελου (anámelou) ανάμελης (anámelis) ανάμελου (anámelou) ανάμελων (anámelon) ανάμελων (anámelon) ανάμελων (anámelon)
accusative ανάμελο (anámelo) ανάμελη (anámeli) ανάμελο (anámelo) ανάμελους (anámelous) ανάμελες (anámeles) ανάμελα (anámela)
vocative ανάμελε (anámele) ανάμελη (anámeli) ανάμελο (anámelo) ανάμελοι (anámeloi) ανάμελες (anámeles) ανάμελα (anámela)