αποτελεσματικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αποτελεσματικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αποτελεσματικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αποτελεσματικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αποτελεσματικός you have here. The definition of the word αποτελεσματικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαποτελεσματικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αποτελεσματικός (apotelesmatikósm (feminine αποτελεσματική, neuter αποτελεσματικό)

  1. effective, efficient

Declension

Declension of αποτελεσματικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αποτελεσματικός (apotelesmatikós) αποτελεσματική (apotelesmatikí) αποτελεσματικό (apotelesmatikó) αποτελεσματικοί (apotelesmatikoí) αποτελεσματικές (apotelesmatikés) αποτελεσματικά (apotelesmatiká)
genitive αποτελεσματικού (apotelesmatikoú) αποτελεσματικής (apotelesmatikís) αποτελεσματικού (apotelesmatikoú) αποτελεσματικών (apotelesmatikón) αποτελεσματικών (apotelesmatikón) αποτελεσματικών (apotelesmatikón)
accusative αποτελεσματικό (apotelesmatikó) αποτελεσματική (apotelesmatikí) αποτελεσματικό (apotelesmatikó) αποτελεσματικούς (apotelesmatikoús) αποτελεσματικές (apotelesmatikés) αποτελεσματικά (apotelesmatiká)
vocative αποτελεσματικέ (apotelesmatiké) αποτελεσματική (apotelesmatikí) αποτελεσματικό (apotelesmatikó) αποτελεσματικοί (apotelesmatikoí) αποτελεσματικές (apotelesmatikés) αποτελεσματικά (apotelesmatiká)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο αποτελεσματικός, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο αποτελεσματικός, etc.)

Degrees of comparison by suffixation
comparative (?) singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αποτελεσματικότερος (apotelesmatikóteros) αποτελεσματικότερη (apotelesmatikóteri) αποτελεσματικότερο (apotelesmatikótero) αποτελεσματικότεροι (apotelesmatikóteroi) αποτελεσματικότερες (apotelesmatikóteres) αποτελεσματικότερα (apotelesmatikótera)
genitive αποτελεσματικότερου (apotelesmatikóterou) αποτελεσματικότερης (apotelesmatikóteris) αποτελεσματικότερου (apotelesmatikóterou) αποτελεσματικότερων (apotelesmatikóteron) αποτελεσματικότερων (apotelesmatikóteron) αποτελεσματικότερων (apotelesmatikóteron)
accusative αποτελεσματικότερο (apotelesmatikótero) αποτελεσματικότερη (apotelesmatikóteri) αποτελεσματικότερο (apotelesmatikótero) αποτελεσματικότερους (apotelesmatikóterous) αποτελεσματικότερες (apotelesmatikóteres) αποτελεσματικότερα (apotelesmatikótera)
vocative αποτελεσματικότερε (apotelesmatikótere) αποτελεσματικότερη (apotelesmatikóteri) αποτελεσματικότερο (apotelesmatikótero) αποτελεσματικότεροι (apotelesmatikóteroi) αποτελεσματικότερες (apotelesmatikóteres) αποτελεσματικότερα (apotelesmatikótera)

Derivations: relative superlative: ο + comparative forms (eg "ο αποτελεσματικότερος", etc)

absolute
superlative (?)
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αποτελεσματικότατος (apotelesmatikótatos) αποτελεσματικότατη (apotelesmatikótati) αποτελεσματικότατο (apotelesmatikótato) αποτελεσματικότατοι (apotelesmatikótatoi) αποτελεσματικότατες (apotelesmatikótates) αποτελεσματικότατα (apotelesmatikótata)
genitive αποτελεσματικότατου (apotelesmatikótatou) αποτελεσματικότατης (apotelesmatikótatis) αποτελεσματικότατου (apotelesmatikótatou) αποτελεσματικότατων (apotelesmatikótaton) αποτελεσματικότατων (apotelesmatikótaton) αποτελεσματικότατων (apotelesmatikótaton)
accusative αποτελεσματικότατο (apotelesmatikótato) αποτελεσματικότατη (apotelesmatikótati) αποτελεσματικότατο (apotelesmatikótato) αποτελεσματικότατους (apotelesmatikótatous) αποτελεσματικότατες (apotelesmatikótates) αποτελεσματικότατα (apotelesmatikótata)
vocative αποτελεσματικότατε (apotelesmatikótate) αποτελεσματικότατη (apotelesmatikótati) αποτελεσματικότατο (apotelesmatikótato) αποτελεσματικότατοι (apotelesmatikótatoi) αποτελεσματικότατες (apotelesmatikótates) αποτελεσματικότατα (apotelesmatikótata)