απροετοίμαστος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word απροετοίμαστος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word απροετοίμαστος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say απροετοίμαστος in singular and plural. Everything you need to know about the word απροετοίμαστος you have here. The definition of the word απροετοίμαστος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαπροετοίμαστος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

απροετοίμαστος (aproetoímastosm (feminine απροετοίμαστη, neuter απροετοίμαστο)

  1. unprepared, unready, impromptu, off the cuff
    Synonym: απροπαράσκευος (aproparáskevos)
    Antonym: προετοιμασμένος (proetoimasménos)

Declension

Declension of απροετοίμαστος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative απροετοίμαστος (aproetoímastos) απροετοίμαστη (aproetoímasti) απροετοίμαστο (aproetoímasto) απροετοίμαστοι (aproetoímastoi) απροετοίμαστες (aproetoímastes) απροετοίμαστα (aproetoímasta)
genitive απροετοίμαστου (aproetoímastou) απροετοίμαστης (aproetoímastis) απροετοίμαστου (aproetoímastou) απροετοίμαστων (aproetoímaston) απροετοίμαστων (aproetoímaston) απροετοίμαστων (aproetoímaston)
accusative απροετοίμαστο (aproetoímasto) απροετοίμαστη (aproetoímasti) απροετοίμαστο (aproetoímasto) απροετοίμαστους (aproetoímastous) απροετοίμαστες (aproetoímastes) απροετοίμαστα (aproetoímasta)
vocative απροετοίμαστε (aproetoímaste) απροετοίμαστη (aproetoímasti) απροετοίμαστο (aproetoímasto) απροετοίμαστοι (aproetoímastoi) απροετοίμαστες (aproetoímastes) απροετοίμαστα (aproetoímasta)

Further reading