ατηγάνιστος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word ατηγάνιστος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word ατηγάνιστος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say ατηγάνιστος in singular and plural. Everything you need to know about the word ατηγάνιστος you have here. The definition of the word ατηγάνιστος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofατηγάνιστος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Alternative forms

Adjective

ατηγάνιστος (atigánistosm (feminine ατηγάνιστη, neuter ατηγάνιστο)

  1. (cooking) unfried, not fried
    Antonym: τηγανητός (tiganitós)
    Coordinate term: ατσιγάριστος (atsigáristos, unroasted)

Declension

Declension of ατηγάνιστος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative ατηγάνιστος (atigánistos) ατηγάνιστη (atigánisti) ατηγάνιστο (atigánisto) ατηγάνιστοι (atigánistoi) ατηγάνιστες (atigánistes) ατηγάνιστα (atigánista)
genitive ατηγάνιστου (atigánistou) ατηγάνιστης (atigánistis) ατηγάνιστου (atigánistou) ατηγάνιστων (atigániston) ατηγάνιστων (atigániston) ατηγάνιστων (atigániston)
accusative ατηγάνιστο (atigánisto) ατηγάνιστη (atigánisti) ατηγάνιστο (atigánisto) ατηγάνιστους (atigánistous) ατηγάνιστες (atigánistes) ατηγάνιστα (atigánista)
vocative ατηγάνιστε (atigániste) ατηγάνιστη (atigánisti) ατηγάνιστο (atigánisto) ατηγάνιστοι (atigánistoi) ατηγάνιστες (atigánistes) ατηγάνιστα (atigánista)

Further reading