γαλβανισμένος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word γαλβανισμένος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word γαλβανισμένος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say γαλβανισμένος in singular and plural. Everything you need to know about the word γαλβανισμένος you have here. The definition of the word γαλβανισμένος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofγαλβανισμένος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

γαλβανισμένος (galvanisménosm (feminine γαλβανισμένη, neuter γαλβανισμένο)

  1. galvanised (UK), galvanized (US)
    σιδηροσωλήνας γαλβανισµένος (galvanised iron pipes)

Declension

Declension of γαλβανισμένος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative γαλβανισμένος (galvanisménos) γαλβανισμένη (galvanisméni) γαλβανισμένο (galvanisméno) γαλβανισμένοι (galvanisménoi) γαλβανισμένες (galvanisménes) γαλβανισμένα (galvanisména)
genitive γαλβανισμένου (galvanisménou) γαλβανισμένης (galvanisménis) γαλβανισμένου (galvanisménou) γαλβανισμένων (galvanisménon) γαλβανισμένων (galvanisménon) γαλβανισμένων (galvanisménon)
accusative γαλβανισμένο (galvanisméno) γαλβανισμένη (galvanisméni) γαλβανισμένο (galvanisméno) γαλβανισμένους (galvanisménous) γαλβανισμένες (galvanisménes) γαλβανισμένα (galvanisména)
vocative γαλβανισμένε (galvanisméne) γαλβανισμένη (galvanisméni) γαλβανισμένο (galvanisméno) γαλβανισμένοι (galvanisménoi) γαλβανισμένες (galvanisménes) γαλβανισμένα (galvanisména)

Coordinate terms