γοητευτικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word γοητευτικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word γοητευτικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say γοητευτικός in singular and plural. Everything you need to know about the word γοητευτικός you have here. The definition of the word γοητευτικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofγοητευτικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Etymology

Learned borrowing from Koine Greek γοητευτικός (goēteutikós, proficient in magic) with semantic loan from French charmant and fascinant.[1]

Pronunciation

  • IPA(key): /ɣo.i.te.ftiˈkos/
  • Hyphenation: γο‧η‧τευ‧τι‧κός

Adjective

γοητευτικός (goïteftikósm (feminine γοητευτική, neuter γοητευτικό)

  1. charming, enchanting

Declension

Declension of γοητευτικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative γοητευτικός (goïteftikós) γοητευτική (goïteftikí) γοητευτικό (goïteftikó) γοητευτικοί (goïteftikoí) γοητευτικές (goïteftikés) γοητευτικά (goïteftiká)
genitive γοητευτικού (goïteftikoú) γοητευτικής (goïteftikís) γοητευτικού (goïteftikoú) γοητευτικών (goïteftikón) γοητευτικών (goïteftikón) γοητευτικών (goïteftikón)
accusative γοητευτικό (goïteftikó) γοητευτική (goïteftikí) γοητευτικό (goïteftikó) γοητευτικούς (goïteftikoús) γοητευτικές (goïteftikés) γοητευτικά (goïteftiká)
vocative γοητευτικέ (goïteftiké) γοητευτική (goïteftikí) γοητευτικό (goïteftikó) γοητευτικοί (goïteftikoí) γοητευτικές (goïteftikés) γοητευτικά (goïteftiká)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο γοητευτικός, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο γοητευτικός, etc.)

References

  1. ^ γοητευτικός, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής , Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language