εξισωτικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word εξισωτικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word εξισωτικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say εξισωτικός in singular and plural. Everything you need to know about the word εξισωτικός you have here. The definition of the word εξισωτικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofεξισωτικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Etymology

Learnedly from εξισώ(νω) (exisó(no)) +‎ -τικός (-tikós).[1]

Pronunciation

  • IPA(key): /e.ksi.so.tiˈkos/
  • Hyphenation: ε‧ξι‧σω‧τι‧κός

Adjective

εξισωτικός (exisotikósm (feminine εξισωτική, neuter εξισωτικό)

  1. equalizing
  2. countervailing
  3. egalitarian

Declension

Declension of εξισωτικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative εξισωτικός (exisotikós) εξισωτική (exisotikí) εξισωτικό (exisotikó) εξισωτικοί (exisotikoí) εξισωτικές (exisotikés) εξισωτικά (exisotiká)
genitive εξισωτικού (exisotikoú) εξισωτικής (exisotikís) εξισωτικού (exisotikoú) εξισωτικών (exisotikón) εξισωτικών (exisotikón) εξισωτικών (exisotikón)
accusative εξισωτικό (exisotikó) εξισωτική (exisotikí) εξισωτικό (exisotikó) εξισωτικούς (exisotikoús) εξισωτικές (exisotikés) εξισωτικά (exisotiká)
vocative εξισωτικέ (exisotiké) εξισωτική (exisotikí) εξισωτικό (exisotikó) εξισωτικοί (exisotikoí) εξισωτικές (exisotikés) εξισωτικά (exisotiká)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο εξισωτικός, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο εξισωτικός, etc.)

Derived terms

References

  1. ^ εξισωτικός, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής , Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language