κινηματογραφικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word κινηματογραφικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word κινηματογραφικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say κινηματογραφικός in singular and plural. Everything you need to know about the word κινηματογραφικός you have here. The definition of the word κινηματογραφικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofκινηματογραφικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Etymology

Borrowed from French cinématographique.

Pronunciation

  • IPA(key):
  • Hyphenation: κι‧νη‧μα‧το‧γρα‧φι‧κός

Adjective

κινηματογραφικός (kinimatografikósm (feminine κινηματογραφική, neuter κινηματογραφικό)

  1. (film) cinematographic, cinema

Declension

Declension of κινηματογραφικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative κινηματογραφικός (kinimatografikós) κινηματογραφική (kinimatografikí) κινηματογραφικό (kinimatografikó) κινηματογραφικοί (kinimatografikoí) κινηματογραφικές (kinimatografikés) κινηματογραφικά (kinimatografiká)
genitive κινηματογραφικού (kinimatografikoú) κινηματογραφικής (kinimatografikís) κινηματογραφικού (kinimatografikoú) κινηματογραφικών (kinimatografikón) κινηματογραφικών (kinimatografikón) κινηματογραφικών (kinimatografikón)
accusative κινηματογραφικό (kinimatografikó) κινηματογραφική (kinimatografikí) κινηματογραφικό (kinimatografikó) κινηματογραφικούς (kinimatografikoús) κινηματογραφικές (kinimatografikés) κινηματογραφικά (kinimatografiká)
vocative κινηματογραφικέ (kinimatografiké) κινηματογραφική (kinimatografikí) κινηματογραφικό (kinimatografikó) κινηματογραφικοί (kinimatografikoí) κινηματογραφικές (kinimatografikés) κινηματογραφικά (kinimatografiká)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο κινηματογραφικός, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο κινηματογραφικός, etc.)