μελιτζανής

Hello, you have come here looking for the meaning of the word μελιτζανής. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word μελιτζανής, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say μελιτζανής in singular and plural. Everything you need to know about the word μελιτζανής you have here. The definition of the word μελιτζανής will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofμελιτζανής, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

μελιτζανής (melitzanísm (feminine μελιτζανιά, neuter μελιτζανί)

  1. aubergine (UK), eggplant (US) (color/colour)
    μελιτζανής:  

Declension

Declension of μελιτζανής
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative μελιτζανής (melitzanís) μελιτζανιά (melitzaniá) μελιτζανί (melitzaní) μελιτζανιοί (melitzanioí) μελιτζανιές (melitzaniés) μελιτζανιά (melitzaniá)
genitive μελιτζανή (melitzaní)
μελιτζανιού (melitzanioú)
μελιτζανιάς (melitzaniás) μελιτζανιού (melitzanioú) μελιτζανιών (melitzanión) μελιτζανιών (melitzanión) μελιτζανιών (melitzanión)
accusative μελιτζανή (melitzaní) μελιτζανιά (melitzaniá) μελιτζανί (melitzaní) μελιτζανιούς (melitzanioús) μελιτζανιές (melitzaniés) μελιτζανιά (melitzaniá)
vocative μελιτζανή (melitzaní) μελιτζανιά (melitzaniá) μελιτζανί (melitzaní) μελιτζανιοί (melitzanioí) μελιτζανιές (melitzaniés) μελιτζανιά (melitzaniá)

Further reading